Οι συνεδριακές εκδηλώσεις με τίτλο “Summer University of the New Economics”, που κάθε καλοκαίρι διεξάγονται στο Πανεπιστήμιο Paul...
Cezzane, στην Aix en Provence της νότιας Γαλλίας, αποτελούν ένα θεσμό 32 ετών. Στις εκδηλώσεις αυτές, καθηγητές της οικονομίας, της ιστορίας και της φιλοσοφίας από μεγάλα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια, καθώς επίσης και πολιτικοί από διάφορες χώρες και ακτιβιστές της ελεύθερης οικονομίας, συζητούν και προβάλουν τις απόψεις τους για τις εξελίξεις της διεθνούς οικονομίας και προτείνουν λύσεις και πολιτικές.Φέτος, στις εκδηλώσεις αυτές συμμετείχε και ο Σύλλογος ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΙ, με τον Πρόεδρό του κ. Γιάννη Σιάτρα και την Ειδική Γραμματέα κα Σοφία Μαξούρη.
Καθώς το ζήτημα της ελληνικής κρίσης απασχολεί τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και όλες τις συνεδριακές εκδηλώσεις οικονομικού περιεχομένου, είχε ζητηθεί από τον κ. Σιάτρα να αναπτύξει μία ενημερωτική εισήγηση, αναφορικά με τα αίτια της κρίσης του ελληνικού χρέους, αλλά και με τις απόψεις του Συλλόγου πάνω στο ζήτημα αυτό. Η εισήγηση του κ. Σιάτρα, παρουσιάστηκε στις 24 Αυγούστου 2011.
Οι ρίζες και τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους - Τί μπορεί να γίνει σήμερα;
Μέχρι και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα είχε γνωρίσει δύο κύριες χρεοκοπίες: Μία κατά το 1893 και μία κατά το 1932.
Πίσω από μία χρεοκοπία κράτους, πάντα υπάρχει ένας βασικός λόγος. Ένας βασικός (εσωτερικός) λόγος και -παράλληλα- μία μεγάλη διεθνής χρηματοοικονομική κρίση.
Στην περίπτωση του 1893, ο κυριότερος από τους λόγους που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία ήταν οι μεγάλες -και διαρκείς- στρατιωτικές δαπάνες, απαραίτητες ώστε να είναι σε θέση να εκμεταλλευθεί τις ευκαιρίες που εμφανίζονταν, λόγω της σταδιακής αποσύνθεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για την απελευθέρωση όσο το δυνατόν περισσότερων εθνικών εδαφών και πληθυσμών.
Κατά το 1932, τα αίτια ήταν οι δαπάνες που προήλθαν από την ανάγκη του Κράτους να χειρισθεί το προσφυγικό πρόβλημα το οποίο προέκυψε μετά από ένα χαμένο πόλεμο με την Τουρκία και την εισροή περίπου δύο εκατομμυρίων ομογενών προσφύγων από τις περιοχές της Μικράς Ασίας και της Μαύρης Θάλασσας (η εισροή αυτή σήμαινε την αιφνίδια αύξηση του πληθυσμού της χώρας κατά 30% περίπου).
Και στις δύο περιπτώσεις, το χρέος της Ελλάδας ήταν σε χρυσό (μία κατάσταση που οι οικονομολόγοι αποκαλούν ως “προπατορικό αμάρτημα”). Παράλληλα και στις δύο περιπτώσεις εξελισσόταν μία διεθνής χρηματοοικονομική κρίση, που σε συνδυασμό με τα ασθενή δημοσιονομικά της χώρας, οδήγησαν σε μία ξαφνική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος (τη δραχμή), γεγονός που έκανε αδύνατη την εξυπηρέτηση του χρέους.
Ποιά είναι όμως τα αίτια για την κρίση χρέους της Ελλάδας στην παρούσα φάση;
Ας δούμε τα στοιχεία και τα γεγονότα που προηγήθηκαν της κρίσης.
Περίοδος 1974 - 2011: Στοιχεία και γεγονότα
Η μεταπολεμική ανάπτυξη που γνώρισε η Ελλάδα, επέτρεψε τη λειτουργία του Κράτους χωρίς ουσιώδη δημοσιονομικά ελλείμματα, την κανονική χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά και την εξυπηρέτηση του δανεισμού των παλαιότερων δεκαετιών (αφορά στο χρέος που είχε οδηγήσει στη χρεοκοπία κατά το 1932 - το χρέος αυτό διακανονίστηκε στη δεκαετία του 1960 και αποπληρώθηκε κανονικά).
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κυμαίνονταν κοντά στο 20,3% (1974), ποσοστό συνηθισμένο για ένα αναπτυσσόμενο ευρωπαϊκό Κράτος. Εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης της περιόδου, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970, το χρέος αυξήθηκε στο 27,6% του ΑΕΠ, όμως κατά κύριο λόγο, παρέμενε εσωτερικό.
Το πρόβλημα της μεγέθυνσης του ελληνικού χρέους έχει τις ρίζες του στο 1974, χρονιά που κατέρρευσε η στρατιωτική χούντα και επανήλθε στη χώρα η Δημοκρατία. Ο ανταγωνισμός των πολιτικών κομμάτων για την εξουσία, οδήγησε σε ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων, με υψηλότατο δημοσιονομικό κόστος, αλλά και μεταβολή πολλών πολιτικών κανόνων και κοινωνικών θεσμών.
Από το 1974 ξεκίνησε μία άνευ προηγουμένων διεύρυνση του δημόσιου τομέα. Η οικονομία, η οποία ήδη από το 1973 βρίσκονταν σε μία στασιμοπληθωριστική ύφεση, δε μπόρεσε να υποστηρίξει τη διεύρυνση αυτή, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαρκών ελλειμμάτων και τη μεγέθυνση του δημόσιου χρέους, καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980.
Παγιδευμένη μέσα σε ένα στασιμοπληθωριστικό περιβάλλον, η οικονομία προσπαθούσε να ισορροπήσει και να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες ενός μεγάλου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και της συνεχούς αύξησης των κοινωνικών δαπανών. Καθώς δεν υπήρχαν πολλές εναλλακτικές επιλογές, οι Κυβερνήσεις της περιόδου εκείνης αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε δανεισμό από την εσωτερική αγορά, μέσα από την έκδοση βραχυπρόθεσμων τίλων (έντοκα γραμμάτια) τα οποία όμως βαρύνονταν με εξαιρετικά υψηλά επιτόκια.
Η πρακτική αυτή έφερε τη χώρα στα πρόθυρα της δημοσιονομικής κατάρρευσης. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το δημόσιο χρέος έφθανε στα 110,9% (1993) του ΑΕΠ και οι δαπάνες εξυπηρέτησής του στο 11,0% του ΑΕΠ.
Όμως, στο μεγαλύτερο μέρος του, το χρέος εξακολουθούσε να είναι εσωτερικό. Και συνεπώς, το πρόβλημα που αυτό δημιουργούσε, μπορούσε να συντηρηθεί και -σταδιακά- να ξεπεραστεί, μέσα από τον αυξημένο πληθωρισμό που προκαλούσε ο συνδυασμός υψηλών ελλειμμάτων και υψηλού χρέους.
Μετά από μία πετυχημένη πολιτική συγκράτησης δαπανών που ίσχυσε κατά το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1990, μία πετυχημένη διαχείριση του χρέους (μέσω της κυκλοφορίας μακροχρόνιων ομολόγων που έφεραν σημαντικά χαμηλότερα επιτόκια, αλλά και της αναχρηματοδότησης και αναδιαπραγμάτευσης μέρους του χρέους), οι Κυβερνήσεις της περιόδου εκείνης κατόρθωσαν να μειώσουν σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό οδήγησε σε μία περίοδο (περίπου δέκα ετών) πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Στην πραγματικότητα ήταν τα πρώτα δημοσιονομικά πλεονάσματα που εμφάνιζε η χώρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1900, δηλαδή μία περίοδο περίπου 100 ετών!
Το 1998, όταν συμφωνήθηκε η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, το δημόσιο χρέος έφθανε στο 115,3% το ΑΕΠ και διατηρήθηκε κοντά στα επίπεδα αυτά έως και το 2002.
Όμως, μετά τη συμφωνία για την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη, οι προσπάθειες για τη διατήρηση των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, ατόνησαν.
Η χώρα δεν ήταν έτοιμη για να προσαρμοστεί στις μεγάλες αλλαγές που συνέβαιναν στη διεθνή οικονομία και έχανε διαρκώς σε όρους ανταγωνιστικότητας. Η κατάσταση αυτή διεύρυνε το ήδη μεγάλο εμπορικό έλλειμμα. Από την άλλη πλευρά, η διεύρυνση του κρατικού τομέα επιταχύνθηκε και το κόστος των κοινωνικών δαπανών εκτοξεύθηκε σε πολύ μεγάλα ύψη (οι κοινωνικές δαπάνες, αποτελούσαν το 16,4% των δαπανών του Προϋπολογισμού κατά το 1991 και έφθασαν στο 31% κατά το 2006 και αναμένεται να υπερβούν το 36% κατά το 2011).
Αλλά, για τις ελληνικές Κυβερνήσεις της δεκαετίας του 2000, έδειχνε να μην υπήρχε κανένα πρόβλημα. Τα ελλείμματα χρηματοδοτούνταν εύκολα από τις διεθνείς αγορές, με πρωτοφανή χαμηλά επιτόκια.
Από τα τέλη του 2006 δημιουργήθηκαν οι υποψίες ότι θα υπάρξει αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και -κυρίως- των αγορών απέναντι στα υψηλότατα δημοσιονομικά ελλείμματα της χώρας, τότε μπήκε σε εφαρμογή η πρακτική της αλλοίωσης των στοιχείων που αποστέλλονταν στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αφού τα μέτρα της μείωσης των δαπανών και της αύξησης των εσόδων που θα έπρεπε να λάβει η τότε Κυβέρνηση, θα είχαν ένα υψηλό πολιτικό κόστος.
Η απροσεξία των αγορών στο να επισημάνουν τη δυσμενή κατάσταση της Ελλάδας, η ανοχή των υπηρεσιών της Ευρωπαίκής Ένωσης απέναντι στις ελληνικές πρακτικές, η οικονομική κρίση των ετών 2008-2009 και κυρίως, η εγκληματική αμέλεια των Κυβερνήσεων της περιόδου, οι οποίες συνέχιζαν να παράγουν μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα (και να τα αποκρύπτουν), οδήγησαν στην αποκάλυψη της πραγματικότητας γύρω από το ελληνικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, στα τέλη του 2009. Όμως, την περίοδο εκείνη, οι διεθνείς αγορές, οι οποίες μόλις είχαν βγει από μία μεγάλη κρίση, ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητες σε ζητήματα χρέους.
Οι κακοί χειρισμοί της νέας ελληνικής Κυβέρνησης και η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιδράσει άμεσα και θετικά, στην πρώτη φάση του προβλήματος, οδήγησαν στην εκτροπή του και στις σημερινές του διαστάσεις.
Είναι υπεύθυνος ο ελληνικός λαός, ο τεμπέλης και ο κακομαθημένος (όπως επί 1,5 χρόνο αναφέρεται στο διεθνή τύπο) για τη σημερινή κατάσταση; Όχι βεβαίως. Kανείς δε δικαιούται να κατηγορεί έναν ολόκληρο λαό, παρά μόνον την ηγεσία του.
Υπήρξε το “φάρμακο” που συστάθηκε (ή καλύτερα, επιβλήθηκε) από την “τρόικα” (Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) επιτυχημένο και κατάλληλο για την ελληνική περίπτωση, με δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωζώνης και συνεπώς δεν έχει τη δυνατότητα να υποτιμήσει το νόμισμά της; (Σημειώνεται ότι, το “φάρμακο” που συστάθηκε είχε ως κύριους άξονες την πρόκληση ύφεσης με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας και της αύξησης της φορολογίας με στόχο την αύξηση των εσόδων και τη μείωση του ελλείμματος). Σήμερα, είναι απ’ όλους αποδεκτό ότι η στρατηγική αυτή υπήρξε απολύτως αποτυχημένη.
Ποιοί είναι οι υπεύθυνοι για τη δημιουργία, την εξέλιξη και τελικά την “έκρηξη” του ζητήματος του ελληνικού χρέους;
1) Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τριών τελευταίων δεκαετιών και το πολιτικό σύστημα γενικότερα, επειδή: α) εξέθρεψαν και αποδέχθηκαν ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων στη διακυβέρνηση της χώρας, β) δεν έλαβαν μέτρα για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, γ) καθιέρωσαν την πρακτική των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, δ) ανέχθηκαν την παραβατικότητα και τη σπατάλη του δημοσίου χρήματος και υπέκρυψαν τα πραγματικά στοιχεία, όταν η βλάβη δεν ήταν ακόμη ανήκεστος. Ο παράγοντας αυτός, φέρει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης.
2) Μερικές ιστορικές “ιδιαιτερότητες” του Ελληνικού Κράτους: η ανάγκη διατήρησης υψηλών αμυντικών δαπανών, μη εκσυγχρονισμένη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, αυξημένο κόστος δημιουργίας υποδομών για τη χώρα, εκτεταμένα σύνορα με μη κοινοτικές χώρες κατάσταση που οδηγεί σε αυξημένη εισροή προσφύγων.
3) Η Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή:
α) δημιούργησε ένα ατελές νομισματικό σύστημα,
β) δεν υπήρξε αυστηρή (ή ακόμη και σοβαρή) στην εφαρμογή των κανόνων της, εναντίον των κρατών που τους παραβίαζαν (ας μη ξεχνάμε επίσης ότι, ανάμεσα στις πρώτες χώρες που παραβίασαν τους κανόνες του Μάαστριχτ ήταν η Γερμανία και η Γαλλία, όταν κατά το 2003 ανέφεραν υπερβολικά ελλείμματα),
γ) απέτυχε να αντιληφθεί τις ιδιαιτερότητες των κρατών που τη συνιστούν και δεν τις έλαβε υπ’ όψη της στην άσκηση της πολιτικής της και
δ) καθυστέρησε (και εξακολουθεί να καθυστερεί) δραματικά στην εξεύρεση και την εφαρμογή πραγματικών και βιώσιμων λύσεων. Ο παράγοντας αυτός φέρει σημαντικό μέρος της ευθύνης.
4) Η φυσιολογική και ιστορική εξέλιξη της διεθνούς οικονομίας: η απώλεια της ανταγωνιστικότητας των αναπτυγμένων χωρών σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες και η διαρκής αύξηση του ειδικού βάρους των αναπτυσσόμενων χωρών στη διεθνή οικονομία. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με τα δραματικά επιδεινούμενα δημογραφικά στοιχεία των αναπτυγμένων χωρών, προκαλεί μία σειρά προβλημάτων τα οποία μοιραία μεταφέρονται στο σύνολο των χωρών αυτών. Και όπως συμβαίνει πάντα, πρώτα πέφτουν οι πλέον “αδύναμες” χώρες, ενώ η κρίση μεταφέρεται και στις άλλες. Αυτό συνιστά μία αναπόφευκτη ιστορική εξέλιξη, την οποία δύσκολα μπορούν να ανατρέψουν οι αναπτυγμένες χώρες.
Τί μπορεί να γίνει;
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών, άκουσα διακεκριμένους ομιλητές να λένε με ευκολία και -ενδεχόμενα- χωρίς πολύ σκέψη ή προβληματισμό ότι “Η Ελλάδα θα πρέπει να αφεθεί να χρεοκοπήσει. Οι εταιρίες χρεοκοπούν εύκολα. Γιατί να μη χρεοκοπήσει και η Ελλάδα;”
Το πιστεύουμε πραγματικά αυτό; Ή μήπως αποτελεί έναν “ακαδημαϊκό βερμπαλισμό” απλά για να κερδίσει κάποιος την προσοχή του ακροατηρίου; Συγκρίνουμε στα σοβαρά μία χώρα με μία επιχείρηση;
Όταν μία επιχείρηση χρεοκοπεί, τότε οι εργαζόμενοί της αναζητούν εργασία σε μία άλλη επιχείρηση. Τί θα πρέπει να κάνουν οι κάτοικοι μίας χρεοκοπημένης χώρας; Να μεταναστεύσουν μαζικά σε άλλες χώρες; Αυτό συνιστούμε στους Έλληνες; Ή, απλά θα τους αφήσουμε να πεθάνουν επειδή έχει καταρρεύσει το σύστημα του κοινωνικού τους κράτους; Είναι αυτό το πραγματικό νόημα των φιλελεύθερων ιδεών;
Και ας υποθέσουμε ότι αφήνουμε την Ελλάδα να χρεοκοπήσει. Ή την ωθούν κάποιες άλλες χώρες προς την κατεύθυνση αυτή. Και μετά τί θα γίνει; Υποθέτω ότι συμφωνούμε να αφεθεί και η Ιρλανδία να χρεοκοπήσει. Και η Πορτογαλία. Και μετά, η Ισπανία και η Ιταλία. Και ίσως και η Γαλλία που περιμένει στη σειρά. Και τί θα γίνει μετά; Βεβαίως, κάποιοι σ’ αυτή την αίθουσα θα νοιώθουν ευχαριστημένοι επειδή οι ιδέες τους επικράτησαν και επειδή τιμωρήθηκαν οι “κακές” και “άσωτες” χώρες.
Τείνουμε να ξεχάσουμε τους λόγους για τους οποίους δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι οποίοι (κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950) ήταν κυρίως πολιτικοί, αφού η δημιουργία της ΕΟΚ ακολούθησε τον πιο καταστροφικό πόλεμο στην ιστορία του ανθρώπου. Και οι λόγοι, ήταν κυρίως δύο:
α) Η ανάγκη να επιβεβαιωθεί ότι αυτή η ήπειρος (η Ευρώπη) δε θα ξαναζούσε ποτέ πια τις ακρότητες και τις καταστροφές ενός ευρωπαϊκού πολέμου.
β) Η ανάγκη να υπάρξει ένα “φρένο” στη Γερμανία και στις συνεχείς διακυμάνσεις της χώρας αυτής. Και βεβαίως, αυτό είναι κάτι που οι σύγχρονοι Γερμανοί αποδέχονται και εγκρίνουν και για το λόγο αυτό, συγκαταλέγονται ανάμεσα στους περισσότερο ευρωπαϊστές. Αλλά επίσης και επειδή, όπως έχει δείξει η ιστορία, κάθε φορά που αυτή η χώρα επιχειρεί να εξασκήσει, από μόνη της, την κυριαρχική της διάθεση, τελικά καταλήγει να αυτοκαταστρέφεται.
Βεβαίως, καθώς αυτά τα δύο αρχικά αίτια έχουν επιτευχθεί ή (λογω της λήθης που προκαλεί ο χρόνος) έχουν ατονήσει, σε πρώτη προτεραιότητα για το στόχο της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, έχουν πλέον τοποθετηθεί οι οικονομικοί λόγοι.
Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω τη σημερινή μου τοποθέτηση, με την αναφορά μερικών από τους “μύθους” που έχουν επικρατήσει στο διεθνή Τύπο, κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, που εξελίσσεται η διεθνής κρίση χρέους:
α) Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για την κρίση: Φυσικά κάτι τέτοιο δεν ισχύει και σήμερα το αντιλαμβανόμαστε όλοι μας. Απλά, η Ελλάδα ήταν το πρώτο ντόμινο που έπεσε.
β) Η Γερμανία και οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης, πληρώνουν (δίνουν δωρεάν χρήματα) τα ελλείμματα της Ελλάδας: Οι χώρες της Ευρωζώνης δανείζουν χρήματα στην Ελλάδα με ένα (ακόμη, υψηλό) επιτόκιο και με βάση τους όρους μίας συμβατικής συμφωνίας.
γ) Η παρουσία της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, προκαλεί βλάβη στις υπόλοιπες χώρες: Μπορούμε άραγε να φανταστούμε ποιά θα ήταν σήμερα η ισοτιμία μεταξύ του δολαρίου και του ευρώ, εάν οι περιφερειακές (και προβληματικές) χώρες αποχωρούσαν από την Ευρωζώνη; Τί θα γινόταν τότε στις εξαγωγές της Γερμανίας; Δεν είναι προφανές σε όλους μας ότι, οι “προβληματικές” χώρες τελικά καταλήγουν να πριμοδοτούν τη Γερμανία και τα εμπορικά της πλεονάσματα;
Η κρίση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να επιλυθεί. Και καθ’ όσον η χώρα δε μπορεί ούτε καν να χρεοκοπήσει σύμφωνα με τις παλιές μεθόδους και πρακτικές χρεοκοπίας (αφού έτσι θα παρασύρει στη δύνη μία σειρά χωρών και ίσως όλη την Ευρωζώνη), θα πρέπει να βοηθηθεί ώστε οι εξελίξεις να είναι περισσότερο ομαλές για την Ευρώπη, αλλά και δίκαιες για την Ελλάδα.
Τόσο για την Ελλάδα, όσο και για τις άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν σήμερα προβλήματα χρέους, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να “αναπνεύσουν”! Θα πρέπει να υπάρξει μία διαφορετική πολιτική. Μία πολιτική η οποία δημιουργεί ανάπτυξη και όχι μία τεχνητή ύφεση.
Λαμβάνοντας υπ’ όψη τα λάθη που έγιναν σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής κατά τα δύο τελευταία χρόνια, σήμερα είναι εμφανές ότι η Ελλάδα δε μπορεί να αποπληρώσει το σύνολο του χρέους της και συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει μία μεγάλη απομείωση (“κούρεμα”), όπως άλλωστε συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Ο Σύλλογος ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΙ υποστηρίζει ότι, οι απρόσεκτοι επενδυτές θα πρέπει επίσης να πληρώσουν για τα επενδυτικά τους λάθη και ότι οι Έλληνες και οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δε θα πρέπει να υποστούν όλο το κόστος από τη διάσωση της Ελλάδας (βεβαίως, η λογική και η δικαιοσύνη υποστηρίζουν ότι δε θα έπρεπε να υποστούν κανένα κόστος, αλλά αυτό σήμερα κρίνεται ως πολιτικά και πρακτικά αδύνατο).
Επίσης, υποστηρίζουμε την ύπαρξη ενός “συνταγματικού φρένου” στα δημοσιονομικά ελλείμματα και ότι κάτι τέτοιο θα πρέπει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατό.
Τέλος, θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στην εξέταση των παραγόντων που τελικά προκάλεσαν τη σημερινή κρίση:
- Τη λανθασμένη και ατελή δημιουργία της Ευρωζώνης.
- Την απώλεια της ανταγωνιστικότητας των αναπτυγμένων χωρών, σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες χώρες.
- Τη γήρανση του πληθυσμού, μία εξέλιξη που αποτελεί μία βόμβα στα κοινωνικά συστήματα των ευρωπαϊκών χωρών.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
(Σημείωση: Κατά τη διάρκεια της ομιλίας, αλλά και των ερωταπαντήσεων που ακολούθησαν, προβλήθηκαν μία σειρά από στατιστικά στοιχεία επί βασικών δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδας).
(Εάν θέλετε να δείτε μία ολοκληρωμένη σειρά στατιστικών δημοσιονομικών στοιχείων για την περίοδο 1961-2011, δείτε σχετικό άρθρο.)