Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
Η Αυτόνομη Παρέμβαση,
στις κρίσιμες συνθήκες που διαμορφώθηκαν με κίνδυνο την ασφαλή διαβίωση
των εργαζομένων όλης της χώρας από τον Οκτώβρη του 2008, χρονικό σημείο
έναρξης της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, και ακολούθως από τις
καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων από ....
τις κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου
και εσχάτως Λ. Παπαδήμου, αισθάνεται την υποχρέωση να καταθέσει δημόσια
πρόταση ανακούφισης των εργαζομένων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Η
πρόταση αυτή αποσκοπεί στην προστασία, των επισφαλών εργαζομένων και των
ανέργων, που είναι υπόχρεοι αποπληρωμής δανείων και οι οποίοι έτσι κι
αλλιώς δεν μπορούν πλέον να εξυπηρετήσουν.
Η πρότασή
μας στηρίζεται σε πραγματικά στοιχεία που προκύπτουν τόσο από τις
ασκούμενες πολιτικές όσο και από την υπερδεκαετή πολιτική των τραπεζών
που, ανεξάρτητα από τη σημερινή συγκυρία, προέβησαν σε μια ανεξέλεγκτη
πιστωτική επέκταση, κυρίως στην καταναλωτική πίστη, με αποτέλεσμα την
εξοντωτική υπερχρέωση των νοικοκυριών.
Η ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ, ΑΝΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΦΑΛΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Στα τέλη
του 2008, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Ελληνικής Στατιστικής
Υπηρεσίας, η επίσημη ανεργία ανερχόταν στο 7,9%. Με βάση τα πιο πρόσφατα
επίσημα στοιχεία από την ίδια πηγή, το Γ΄ Τρίμηνο του 2011 το ποσοστό
ανεργίας εκτοξεύτηκε στο 17,7% και ο αριθμός των ανέργων στις 880
χιλιάδες άτομα αυξημένος κατά 41,2% σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του
προηγούμενου έτους (βλ. Δελτίο Τύπου ΕΛΣΤΑΤ, 15 Δεκεμβρίου 2011). Εδώ
πρέπει να σημειωθεί, πως μετά από παρεμβάσεις των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και
Νέας Δημοκρατίας, ως εργαζόμενοι λογίζονται ακόμη και αυτοί που
εργάσθηκαν ακόμα και 1 ώρα την τελευταία εβδομάδα! Επίσης, γνωστό είναι,
πως στον παραπάνω υπολογισμό δεν συγκαταλέγονται όσοι δεν προσέρχονται
για καταγραφή στις υπηρεσίες του ΟΑΕΔ. Έτσι η πραγματική ανεργία με βάση
και τις εκτιμήσεις τις ΓΣΕΕ υπερέχει κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες
τα επίσημα ποσοστά, δηλαδή υπολογίζεται σε 23% περίπου ή ένα
εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες άνεργα άτομα.
Σε
πρόσφατη ανακοίνωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας για τους πρώτους 9
μήνες του τρέχοντος έτους μία στις τρεις προσλήψεις έγινε με τη μορφή
της προσωρινής απασχόλησης και κατά συνέπεια με ανάλογες μισθολογικές
παροχές (βλ. Δελτίο Τύπου 7/11/2011). Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει
επίσης ότι το 2011 οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης μειώθηκαν κατά
20,9%, ενώ αυξήθηκαν κατά 4,0% οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης και κατά
12,2% η εκ περιτροπής απασχόληση. Επίσης τα τελευταία χρόνια με
νομοθετικές ευχέρειες ή με μόνη την εργοδοτική αυθαιρεσία είχαμε τη
μετατροπή δεκάδων χιλιάδων συμβάσεων αορίστου χρόνου σε εργασία
προσωρινής απασχόλησης ή με εκ περιτροπής εργασία και παρεπόμενα με
μείωση των μισθολογικών απολαβών. Ειδικότερα, οι συμβάσεις πλήρους
απασχόλησης των προηγούμενων ετών που μετατράπηκαν στη διάρκεια των
πρώτων 9 μηνών του 2011 είναι αυξημένες κατά 102,5% όσον αφορά τη μερική
απασχόληση, 307,4% για την εκ περιτροπής απασχόληση κατόπιν συμφωνίας
με τους εργαζομένους και 1192,4% για την εκ περιτροπής απασχόληση με
μονομερή απόφαση του εργοδότη σε σχέση με τις αντίστοιχες του 2010.
Στο
δημόσιο τομέα, σε εφαρμογή της δημοσιονομικής πειθαρχίας που επιβάλλεται
από το Δ.Ν.Τ., την Ε.Ε. και την Ε.Κ.Τ και υλοποιήθηκε από την κυβέρνηση
του ΠΑΣΟΚ και σήμερα από τη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ- Ν.Δ.-ΛΑ.Ο.Σ η μείωση
των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων ανήλθε σε 20% για τον προηγούμενο
χρόνο και έφτασε έως 65% εφέτος.
Οι
συνταξιούχοι την τριετία 2008-2011 υπέστησαν δραματικές μειώσεις με
σειρά μέτρων, παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συντάξεων
(κύριες και επικουρικές αθροιστικά) στα τέλη του 2008 δεν υπερέβαιναν
τα 600 €.
Τέλος
σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος,
Νοέμβριος 2011, στη χώρα μας διαβιούν (;) πεντακόσιες χιλιάδες
συμπολίτες μας με μηδενικό εισόδημα
Το
αποτέλεσμα της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης, που για διευρυμένα
στρώματα της ελληνικής κοινωνίας έφτασε σε κατάσταση πλήρους ανέχειας
και εξαθλίωσης, χάρισε σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε την
προηγούμενη εβδομάδα μια πρωτιά τραγωδίας στην Ελλάδα. Η αύξηση των
αυτοκτονιών κατά 40% το πρώτο πεντάμηνο του 2011 μας τοποθετεί πια στην
πρώτη θέση σε όλη την Ευρώπη σε ρυθμούς αύξησης.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Στις
αρχές της προηγούμενης δεκαετίας η έκθεση, συνολικά της ελληνικής
κοινωνίας, σε προϊόντα στεγαστικής και καταναλωτικής πίστης, αποτιμημένη
σε € έφτανε περίπου τα 10 δις. Τον Οκτώβριο του 2008, το τέλος της
πλαστικής ευημερίας της χώρας, οι δανειακές υποχρεώσεις στα αντίστοιχα
προϊόντα εκτοξεύτηκαν στο αμύθητο ποσό των 112 δισεκατομμυρίων.
Σ' αυτό το σημείο αξίζει να κάνουμε τρεις παρατηρήσεις:
α) Μέχρι
σήμερα, τρία χρόνια μετά, το παραπάνω ποσό παραμένει σχεδόν αμετάβλητο.
Δηλαδή, από το σύνολο των όποιων νέων χορηγούμενων δανείων και τις
αποπληρωμές που μεσολάβησαν, το βασικό τους μέγεθος δεν μειώνεται. Κι
αυτό καταδεικνύει σε σημαντικό βαθμό την αδυναμία εξυπηρέτησης των
δανειακών υποχρεώσεων των νοικοκυριών.
β) Ένα
μεγάλο μέρος αυτών των 112 δις αφορά σε καταναλωτικά δάνεια (36 δις),
δηλαδή σε δάνεια βραχυπρόθεσμης λήξης. Η μεγαλύτερη περίοδος αποπληρωμής
τους ήταν 5 χρόνια, το μικρότερο βέβαια μέρος τους γιατί τα περισσότερα
χορηγούνταν με ορίζοντα ενός ή δύο χρόνων, σε αντίθεση με τα στεγαστικά
που ο μέσος όρος ζωής τους ανέρχεται στα 15 χρόνια και η μεγαλύτερη
περίοδος έφτανε τα 35 χρόνια. Έτσι, κι ενώ γίνεται κατανοητό ότι τα
καταναλωτικά δάνεια με ένα σχετικό ρυθμό ομαλής εξυπηρέτησής τους θα
έπρεπε να έχουν απομειώσει το ποσό των 112 δις, αυτό παραμένει στο ίδιο
ύψος, πράγμα που ενισχύει τον ισχυρισμό ότι η αδυναμία εξυπηρέτησής τους
παγιώνεται ή επιδεινώνεται. (Όπως αναλύεται παρακάτω)
γ) Η
διάρθρωση των συνολικών δανειακών υποχρεώσεων στη χώρα μας, νοικοκυριών
και επιχειρήσεων, δείχνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την αντιπαραγωγική
κατανομή πόρων στην ελληνική οικονομία. Σε σύγκριση, λοιπόν, με τα 112
δις της συνολικής καταναλωτικής και στεγαστικής πίστης, τα δάνεια προς
τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως μεγέθους ανέρχονται στα 132 δις. Έτσι,
εξηγείται καταφανώς ότι ο πολυδιαφημισμένος μέσος όρος ανάπτυξης του ΑΕΠ
την περίοδο 2000-2008, που ήταν περίπου 4% έναντι του μέσου όρου 2%
της ευρωζώνης, αφορούσε σε αντιπαραγωγικές τοποθετήσεις, με ότι αυτές
συνεπάγονται τόσο για το μέγεθος του ιδιωτικού δανεισμού όσο και για την
παραγωγική δυνατότητα της οικονομίας.
Ας δούμε
όμως εδώ, με τα μάτια και τα λόγια ενός τραπεζίτη, τι πολιτική
πιστωτικής επέκτασης ακολούθησαν οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην
ελληνική οικονομία. Ακολουθούν οι αποκαλυπτικές διαπιστώσεις του κ.
Καραμούζη Νικόλαου, Αναπληρωτή Διευθύνοντος Συμβούλου του ομίλου EFG
EUROBANK και Καθηγητή Τμήματος Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής
Διοικητικής Πανεπιστημίου Πειραιώς (ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ & ΑΓΟΡΕΣ Τόμος
VI/Τεύχος 3/Οκτώβριος 2011)
«...Η
συμμετοχή στην ΟΝΕ δημιούργησε προσδοκίες σύγκλισης του επιπέδου με αυτό
των περισσότερο αναπτυγμένων χωρών και υψηλότερης μελλοντικής
ανάπτυξης. Αυτό μεταφράστηκε σε εξαιρετικά αισιόδοξες προσδοκίες για το
μελλοντικό εισόδημα. Εν όψει αυτού, τα άτομα δανείστηκαν ώστε να
αυξήσουν την παρούσα κατανάλωσή τους και να επιτύχουν τη διαχρονική
εξομάλυνση της κατανάλωσης στα νέα -υψηλότερα- επίπεδα. Σ' ένα ιδιαίτερα
ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον, ακολούθησε εκρηκτική αύξηση των
καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων (μέση ετήσια ονομαστική αύξηση
29,7% και 28,7% αντιστοίχως μεταξύ 2001-2008)...»
«...Ακολούθησε
ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών και η εφαρμογή χαμηλότερων
πιστωτικών κριτηρίων που επιτάχυναν περαιτέρω την πιστωτική επέκταση...»
«...Ο
ιδιωτικός δανεισμός έφτασε στην Ελλάδα το 2010 το 110,9% του ΑΕΠ, από το
30% πριν την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος (στοιχεία ΕΚΤ και
ΤτΕ αντίστοιχα, όχι απολύτως συγκρίσιμα)...»
ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΜΑΣ
Τι
διαφορετικό φαντάζεται κανείς ότι έγινε στην Αμερική του Μπους με τα
στεγαστικά δάνεια χαμηλής εξασφάλισης, που κατέστησαν με την υψηλή
μόχλευση τοξικά προϊόντα και αποτέλεσαν την οικονομική βάση της
παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης;
Η
αφετηρία είναι κοινή... Όπως, αποκαλυπτικά, ομολογεί ο κ. Καραμούζης οι
τραπεζίτες βασίστηκαν στις εξαιρετικά αισιόδοξες προσδοκίες για το
μελλοντικό εισόδημα!!! Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ, οι ελληνικές
κυβερνήσεις και οι ισχυροί εργοδότες της χώρας ακολουθούσαν πολιτικές
μείωσης των εργατικών εισοδημάτων (το πως θα μπορούσαν να αποπληρωθούν
τα συνεχώς αυξανόμενα δάνεια με διαρκώς μειούμενα τα εργατικά
εισοδήματα, μόνο οι καπιταλιστές μπορούν να το εξηγήσουν).
Βέβαια οι
τιτλοποιήσεις των στεγαστικών δανείων, προκειμένου να αποκτήσουν
επιπλέον ρευστότητα και να χορηγήσουν κι άλλα δάνεια, δεν κατέστησαν
τοξικά τα προϊόντα. Αλλά ας μην ξεχνάμε πως δεν γίνονται δεκτά ως
εξασφαλίσεις ούτε από την ΕΚΤ ούτε από το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα
για περαιτέρω δανειοδότηση των ελληνικών τραπεζών. Κι αυτό γιατί η
επισφάλεια των στεγαστικών δανείων στη χώρα μας έφτασε στο 11,9% το
δεύτερο τρίμηνο του 2011 αυξάνοντας με γεωμετρική πρόοδο τα τρία
τελευταία χρόνια (5,3% το 2008). Αιτία της δραματικής αυτής αύξησης των
επισφαλειών η μείωση των τιμών των ακινήτων τα τελευταία τρία χρόνια
και η υπερεκτιμήσεις της αξίας τους τα προηγούμενα έτη, για να μπορούν
οι τράπεζες να δανείζουν περισσότερο και ευκολότερα.
Οι
επισφάλειες βέβαια των καταναλωτικών δανείων σύμφωνα με τα στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος έφτασαν στο 24,0% το β' τρίμηνο του 2011 έναντι
μόλις 8,2% το 2008.
Η
πιστωτική επέκταση των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, με μέση
ετήσια ονομαστική αύξηση 29,7% και 28,7% (!!!) αντιστοίχως μεταξύ
2001-2008 σε συνδυασμό με την παραδοχή ότι ακολούθησε έντονος
ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών και εφαρμογή χαμηλότερων πιστωτικών
κριτηρίων, αποδεικνύει μόνο τη βουλιμία των τραπεζιτών της χώρας για
περισσότερα υπερκέρδη.
Ασφαλώς,
ως εκπρόσωποι εργαζομένων, δεν πιστεύουμε αφελώς ότι το πρόβλημα των
επισφαλών δανείων οφείλεται στην άγνοια των τραπεζιτών. Την αποδίδουμε
ευθέως, πλην της γενικότερης οικονομικής κατάστασης, στην απληστία των
τραπεζιτών και των golden boys και στην καταστρεπτική δανειακή πολιτική
του «δώσε και μένα μπάρμπα». Αυτή απέφερε πολλά δις κερδών όλη την
προηγούμενη εικοσαετία στους μετόχους αλλά και σε μια κλειστή κάστα
managers. Σπανίως τους έγινε δημόσια κριτική, με εξαίρεση τον τ.
διοικητή της Εθνικής κ. Αράπογλου που αποκόμισε από την «σκληρή» εργασία
του, σε μόλις πέντε χρόνια, το ασύλληπτο 3,7% του μετοχικού κεφαλαίου
της μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας.
Αυτή, η
ίδια πρακτική, μετέτρεψε τους τραπεζοϋπάλληλους σε πωλητές,
εξαναγκάζοντας τους να διαθέτουν και τραπεζικά προϊόντα «σάπιο κρέας»
(βλ. προϊόντα της LEHMAN BROTHERS που διατέθηκαν από τη CITIBANK στη
χώρα μας), δομημένα ομόλογα και άλλα με τα οποία θα ασχοληθούμε
προσεχώς.
Το
αποτέλεσμα ήταν αυτά τα στελέχη, του «υγιούς» ιδιωτικού τομέα, να
ωφεληθούν πολλών εκατομμυρίων € ο καθένας, σε ύψος που θα κάνουν την
ελληνική κοινωνία να γελάσει ή να κλάψει και θα αναγκάσουν αντίστοιχα
στελέχη αμερικανικών και ευρωπαϊκών τραπεζών να κοκκινίσουν από τις
εξαίρετες αποδόσεις τους.
Τέλος, το
γεγονός ότι ο ιδιωτικός δανεισμός έφτασε στην Ελλάδα το 2010 το 110,9%
του ΑΕΠ, από το 30% πριν την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος το
1994, απλά επισημαίνει την αυτοτελή ευθύνη των τραπεζών που οφείλουν να
πληρώσουν το μέρος που τους αναλογεί. Οπωσδήποτε δε, με μερική απαλλαγή ή
συνολική διαγραφή, αυτού που αφορά στους συνταξιούχους, μισθωτούς,
επισφαλώς εργαζόμενους και ανέργους, μετά την καταβαράθρωση των αποδοχών
τους και τα χαράτσια από τις πολιτικές της τρόικας και την αυτοτελή
ευθύνη (χαλαρά πιστωτικά κριτήρια) των τραπεζών.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ
Το
συνδικαλιστικό κίνημα, κατ' αντιστοιχία της πρότασης κοινωνικής ευθύνης
και αλληλεγγύης της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, οφείλει να υιοθετήσει αλλά και να
εμπλουτίσει αυτή την πρωτοβουλία, τόσο στο ανώτατο επίπεδο των ΓΣΕΕ και
ΑΔΕΔΥ όσο και σε αυτό των Ομοσπονδιών σε όλους τους κλάδους.
Η δημόσια πρότασή μας, μετά την παράθεση των παραπάνω λίγων, μα εξαιρετικά αποκαλυπτικών, εκτιμάμε, στοιχείων έχει ως εξής:
• Για
κάθε οικογενειακό εισόδημα (αθροιστικά εάν είναι οικογενειακό), που
προέρχεται αποδεικτικά από σχέση μισθωτής εργασίας (πλήρους ή μερικής),
από μπλοκάκια παροχής υπηρεσιών, συντάξεις και επιδόματα ανεργίας και το
οποίο μειώθηκε εξαιτίας απόλυσης, απώλειας της οποιασδήποτε μορφής
εργασίας ακουσίως (κλείσιμο επιχειρήσεων, συγχώνευση κ.ά.), άσκησης
«δημοσιονομικών» περιοριστικών πολιτικών, επιβολής χαρατσιών, κατάργησης
επιδομάτων ανεργίας, μονομερούς νομοθετικής ή εργοδοτικής πρωτοβουλίας
(μείωση ημερών εργασίας) προτείνομε την απομείωση των δανειακών τους
υποχρεώσεων, σε ετήσια ή μηνιαία βάση, αντίστοιχη της μείωσης των
αποδοχών τους.
Σε καμιά
όμως περίπτωση η μηνιαία καταβολή δόσεων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει
το 30% των μηνιαίων ατομικών ή οικογενειακών αποδοχών (υγιής σχέση
εισοδήματος προς δανειακή υποχρέωση σύμφωνα με τις οδηγίες της Τράπεζας
της Ελλάδος).
• Όταν το
ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα δεν υπερβαίνει αυτό που λογίζεται ως
«όριο φτώχειας» τότε η δανειακή υποχρέωση διαγράφεται συνολικά και
οριστικά (υπέρτερο αγαθό ή αξιοπρεπής διαβίωση και η υγεία). Με βάση τα
επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το «όριο φτώχειας» ορίζεται για ένα άτομο
στα 6.900 ευρώ και για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα
παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών στα 14.500 ευρώ (βλ. Δελτίο Τύπου ΕΛΣΤΑΤ
9/12/2010).
• Όσα
δάνεια χορηγήθηκαν με ευθύνη των τραπεζών αγνοώντας τα υγιή πιστοδοτικά
δεδομένα (χαλάρωση πιστωτικών κριτηρίων) απομειώνονται ισόποσα έως του
ποσού καταβολής δόσεων που δεν υπερβαίνει αυτή του 30% των μηνιαίων
αποδοχών και δεν οδηγεί τα εναπομείναντα εισοδήματα κάτω από το «όριο
φτώχειας».
• Οι
προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν μπορούν να συμπεριλάβουν και/ή άλλες
εμπράγματες ασφάλειες από αυτές που συνομολογήθηκαν μεταξύ τράπεζας και
δανειολήπτη στην αρχική σύμβαση. σε αντίθεση με την εντεινόμενη πρακτική
των τραπεζών που προχωρούν σε ρυθμίσεις δανείων με πρόσχημα το
μεγαλύτερο χρόνο αποπληρωμής, μικρότερο σχετικά επιτόκιο και υποχρεωτική
την προσημείωση ακινήτου. Η πρακτική αυτή οδηγεί μαθηματικά σε
μεγαλύτερη επιβάρυνση του δανειολήπτη από άποψη τόκων και τον εκθέτει
επιπλέον στον κίνδυνο διεκδίκησης του ακινήτου από την τράπεζα, σε
περίπτωση αδυναμίας εξυπηρέτησης του υφιστάμενου δανείου. Αξίζει να
σημειωθεί εδώ πως από τις ρυθμίσεις που κάνουν οι τράπεζες σήμερα για
δάνεια που δεν εξυπηρετούνται, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της
Ελλάδος, τρία στα δέκα δεν εξυπηρετούνται από τον πρώτο κιόλας μήνα (!),
δύο στα δέκα στους επόμενους τρεις μήνες (χωρίς για τα υπόλοιπα να
συνυπολογίζεται η ταχύτατα περαιτέρω επιδείνωση της οικονομίας).
Η δημόσια
πρότασή μας κατατίθεται ως συμβολή σε διάλογο ανάμεσα στα συνδικάτα
όλων των βαθμίδων, στον ελληνικό λαό και σε συνάρτηση της πρότασής μας
για εθνικοποίηση του πιστωτικού συστήματος και κοινωνικό έλεγχό του από
τους εργαζόμενους.
Η πρότασή
μας θεωρούμε πως κρίνεται επιβεβλημένη εξ αιτίας του υπέρμετρου
δανεισμού των τραπεζών από χρήματα των σκληρά εργαζόμενων και υπέρμετρα
άδικα φορολογούμενων συμπολιτών μας. Αυτό δε στοιχειοθετείται και από
την τελευταία αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας κατά
ένα δις € και κατά 400 εκατομμύρια € της Τράπεζας Πειραιώς που
ακολούθησαν τις τράπεζες Eurobank και Alpha (αναγγέλθηκαν την
προηγούμενη εβδομάδα για να αξιοποιήσουν τα κεφάλαια από το πακέτο της
Ν.Δ. του 2009) με χρήματα του ελληνικού δημοσίου που το καθιστούν πλέον
το μεγαλύτερο μέτοχο τους (σχετική πλειοψηφία).
Πηγή: ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ