15 Μαρ 2012

Δεν θα κατάσχουν οι τράπεζες ποσά από λογαριασμούς που έχουν κάτω από 2000 ευρώ

Με τροπολογία που θα ενσωματωθεί στο επικείμενο προς κατάθεση σχέδιο νόμου τού υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, για την αντιμετώπιση τής γραφειοκρατίας, αναμορφώνεται η νομοθεσία για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ώστε κάθε πολίτης να έχει δικαίωμα σε έναν τραπεζικό λογαριασμό που δεν θα... κατάσχεται μέχρι 2.000 ευρώ, ενώ προβλέπονται και άλλες αλλαγές για να αντιμετωπιστούν οι δυσλειτουργίες και να καταστεί ασφαλέστερη η προοπτική απαλλαγής τού υπερχρεωμένου οφειλέτη από χρέη που δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει.
 
Όπως ανακοίνωσε σήμερα ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή, Δ. Σπυράκος, σε ομιλία του στην εσπερίδα, που οργανώθηκε από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και την ΕΚΠΟΙΖΩ, στο Εφετείο Αθηνών, σχετικά με την εφαρμογή τού νόμου για τη ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, οι αλλαγές αφορούν στα εξής:
 
- Καθιερώνεται το δικαίωμα κάθε πολίτη να διατηρεί έναν τραπεζικό λογαριασμό, του οποίου ποσόν κατάθεσης μέχρι το ύψος των 2.000 ευρώ θα είναι ακατάσχετο και θα προστατεύεται και από κάθε πράξη μονομερούς συμψηφισμού απαιτήσεων της τράπεζας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η ομαλή πρόσβαση των καταναλωτών σε τραπεζικές συναλλαγές που είναι εξαιρετικής σημασίας για τη σύγχρονη καθημερινότητά τους, καθώς διευκολύνει καθοριστικά τη συμμετοχή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή (διενέργεια συναλλαγών, πληρωμή λογαριασμών, εξοικονόμηση χρόνου, διαφύλαξη ενός ελάχιστου ποσού για την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών).
 
- Δεν είναι πλέον υποχρεωτική για τον οφειλέτη η απόπειρα εξώδικης ρύθμισης των χρεών πριν την κατάθεση της αίτησης για δικαστική ρύθμιση των χρεών. Τα αποτελέσματα από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης δεν είναι ικανοποιητικά, εξαιτίας, κυρίως, της απροθυμίας των πιστωτικών ιδρυμάτων να επεξεργαστούν κατά ουσιαστικό τρόπο τα σχετικά αιτήματα των οφειλετών. Η επιδίωξη της εξώδικης ρύθμισης καθίσταται έτσι τυπική, προκαλώντας αδικαιολόγητα επιβάρυνση και επιβράδυνση της διαδικασίας.
 
- Η περίοδος ρύθμισης των χρεών, που θα ανέρχεται σε πέντε έτη, θα αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης και όχι από την έκδοση της απόφασης. Αν οι καταβολές που πραγματοποιούνται από τον οφειλέτη κατά την περίοδο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση της απόφασης υπολείπονται αυτών που ορίζονται με την απόφαση, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να καταβάλει το ποσόν αυτό και μέχρι ένα έτος από τη λήξη της περιόδου ρύθμισης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονται και οι δυσμενείς συνέπειες για τον οφειλέτη από τυχόν καθυστέρηση στην εκδίκαση της αίτησής του.
 
- Στις περιπτώσεις οφειλετών με πλήρη αδυναμία καταβολής, η απαλλαγή από τα χρέη θα επέρχεται στα τρία έτη.
 
- Το ποσόν μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας τού οφειλέτη, την εξόφληση τού οποίου πρέπει να ρυθμίσει ο οφειλέτης για να την εξαιρέσει από τη ρευστοποίηση, θα μπορεί πλέον να ρυθμίζεται και σε μεγαλύτερο των είκοσι ετών χρονικό διάστημα.
 
- Στις περιπτώσεις που οι απαιτήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων έχουν εκχωρηθεί σε εταιρείες που έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό, πρέπει να ορίζουν αντίκλητο στην Ελλάδα, ώστε να διευκολύνεται η συμπερίληψή τους στην αίτηση του οφειλέτη.
 
- Ενισχύεται ο συλλογικός χαρακτήρας της ρύθμισης των χρεών, που άλλωστε εξυπηρετεί και το συμφέρον του οφειλέτη. Δηλαδή, πρέπει κατ’ αρχήν η ρύθμιση να περιλαμβάνει τα χρέη όλων των πιστωτών (δεν θίγονται οι προβλεπόμενες στο νόμο εξαιρέσεις).
 
- Καθορίζεται χαμηλότερο κόστος για τις επιδόσεις δικογράφων της διαδικασίας.
 
- Προβλέπεται η δυνατότητα ρύθμισης του ποσού που θα κληθεί αναδρομικά να καταλάβει ο οφειλέτης σε περίπτωση αύξησης των μηνιαίων καταβολών με την εφετειακή απόφαση.
 
- Επιτρέπεται η αίτηση αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης, σε περίπτωση που η πρωτόδικη απόφαση είναι απορριπτική, μέχρι την έκδοση εφετειακής απόφασης.
 
Όπως σημείωσε ο κ. Σπυράκος, οι αλλαγές είναι καρπός διαβούλευσης που πραγματοποιήθηκε με τα προεδρεία Ειρηνοδικείων, τους εκπροσώπους των καταναλωτών και των πιστωτικών φορέων, καθώς και τους φορείς διαμεσολάβησης στη ρύθμιση των χρεών.
 
Στο μεταξύ, όπως αναφέρθηκε στην ημερίδα, σύμφωνα με τα αιτήματα υπερχρεωμένων καταναλωτών προς τράπεζες -που έχει διαχειριστεί η ΕΚΠΟΙΖΩ- αυτά ανέρχονται στον αριθμό των 20.386 από 5.500 καταναλωτές και αυτό σημαίνει ότι ο καταναλωτής χρωστάει κατά μέσο όρο σε 3,8 τράπεζες και οι οφειλές αφορούν 8-11 τραπεζικά προϊόντα.
 
Επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία τού Συνηγόρου του Καταναλωτή, τα στοιχεία για το προδικαστικό στάδιο δεν είναι ενθαρρυντικά, επειδή οι τράπεζες είναι απρόθυμες να ανταποκριθούν στην εξωδικαστική επίλυση και αυτό «φρενάρει» τη ροή των υποθέσεων προς τα δικαστήρια.
 
Τέλος, ο κ. Σπυράκος ανέφερε ότι ετοιμάζεται η λειτουργία μόνιμου δικτύου παροχής συμβουλών πρόληψης και αντιμετώπισης τής υπερχρέωσης με κεφάλαια τού ΕΣΠΑ και ολοκληρώνεται η μελέτη, ώστε αυτό το δίκτυο «να χρηματοδοτηθεί εκούσια και από τα πιστωτικά Ιδρύματα», όπως είπε.