Από το πολύπαθο Ταμείο Πρόνοιας των δημοσιών υπαλλήλων θα αρχίσει άμεσα το κούρεμα σύμφωνα με τη μνημονιακή μας υποχρέωση.Όπως ανακοίνωσε το απόγευμα της Πέμπτης, ο υπουργός Εργασίας κ. Ιωάννης
Βρούτσης στους συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ, το εφάπαξ θα μειωθεί κατά 22,6%,
όσο δηλαδή είναι...
μεγαλύτερο σε ποσοστό από τις καταβαλλόμενες εισφορές
στη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου κάθε υπαλλήλου.
Η μείωση μάλιστα πιθανόν να έχει αναδρομική ισχύει και να αφορά και όσους έχουν υποβάλει αιτήσεις οι οποίες βρίσκονται σε εκκρεμότητα.
Το «ψαλίδι» θα μπει για δεύτερη φορά καθώς τον Οκτώβριο του 2011 το εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων είχε μειωθεί από 10 έως 20%.
Έτσι, για παράδειγμα, από 61.690 ευρώ που θα υπολόγιζε να εισπράξει ένας υπάλληλο πανεπιστημιακής βαθμίδας, θα εισπράξει τώρα 55.000 ευρώ.
Και δεν είναι μόνο ότι θα περικοπεί δραματικά, είναι και ότι η καθυστέρηση για κάποιον που υποβάλλει τώρα αίτηση για εφάπαξ φτάνει και τα εφτά χρόνια, αφού 52.000 αιτήσεις βρίσκονται σε εκκρεμότητα.
Πάντως, την Πέμπτη, χωρίς να σημειώσουν καμία ουσιαστική πρόοδος στη συζήτηση για τον κατώτατο μισθό και τις συμβάσεις, η ΓΣΕΕ και οι εργοδοτικούς φορείς ( ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ) μετά την πολύωρη συνάντηση που είχαν με τον Υπουργό Εργασία κ Ιωάννη Βρούτση παρέμειναν στις αρχικές τους θέσεις, κρατώντας μικρό καλάθι για την χρησιμότητα μια νέας συμφωνίας για αύξηση του κατώτατου μισθού και επαναφορά της μετενέργειας αφού η προηγούμενη συμφωνία είχε πεταχτεί από την Τρόικα στο καλάθι των αχρήστων.
«Δεν αρκεί να θέλουμε εμείς , πρέπει να θέλει και η κυβέρνηση» είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Δημήτρης Ασημακόπουλος.
Από την πλευρά του ο Υπουργός Εργασίας επανέλαβε την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει τη συμφωνία ως ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί προς την Τρόικα .
Οι κοινωνικοί εταίροι έχουν συστήσει κοινό μέτωπο με στόχο να ακυρώσουν τις μισθολογικές μειώσεις 22% και 32% και να διατηρήσουν τον ισχυρό τους ρόλο στην οικονομική ζωή της χώρας υπογράφοντας συμβάσεις, ρόλος που αναμένεται να συρρικνωθεί αν υλοποιηθεί η μνημονιακή μας υποχρέωση το ύψος του κατωτάτου μισθού να καθορίζεται από το κράτος.
Αν επιτευχθούν οι πολυπόθητες συγκλίσεις στη διάρκεια του διαλόγου που δεν έχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα , θα υπογραφεί νέα σύμβαση με βάση τη συμφωνία της 2ας Φεβρουαρίου (επαναφορά κατωτάτου μισθού και μετενέργειας καθώς και μείωση εισφορών) στη Γενεύη , με τη βούλα του διεθνούς γραφείου εργασίας, η οποία θα μπορούσε να μετονομαστεί σε νέα Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Σύμφωνα με εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, μια νέα ΕΣΣΕ θα προέβλεπε 1) νέο κατώτατο μισθό , κατοχύρωση επιδομάτων και διασφάλιση- αξιοποίηση των εισφορών που καταβάλλονται ακόμα από εργαζόμενους και εργοδότες υπέρ εργατικής κατοικίας και εστίας που έχουν καταργηθεί.
Κάθε φορέας έχει το δικό του σκεπτικό σχετικά με το ύψος του κατωτάτου μισθού . Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, θα μπορούσε να κυμανθεί στα επίπεδα του 2009, στα 739,56 ευρώ. Αν και ουσιαστικά αποδέχεται μείωση από το επίπεδο των 751 ευρώ , η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι το πιο σημαντικό είναι να διατηρηθεί ο θεσμός της ΕΣΣΕ και των κλαδικών συμβάσεων που ισοπεδώθηκαν με τα μέτρα της τρόικας.
Οι έμποροι (ΕΣΕΕ) προτείνουν την επαναφορά των κατώτερων αμοιβών σε προ κρίσης επίπεδα και το πάγωμα των μισθών για μια τριετία, τονίζοντας ότι όπως δείχνει κοστολογημένη μελέτη η επαναφορά του βασικού στα 701 ευρώ και τα επίπεδα της ΕΓΣΣΕ του 2009, θα αποδώσει επιπλέον έσοδα στο δημόσιο 2,4 δις και άλλα 4,7 δις στην ελληνική αγορά την επόμενη διετία.
Σύμφωνα με το ΣΕΒ , απόλυτη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους που σηματοδοτούν την ερημοποίηση της ιδιωτικής οικονομίας στο βωμό του ουσιαστικά άθικτου πελατειακού κράτους. Στους ανέργους αυτούς περιλαμβάνονται δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που η κρίση τους ανάγκασε να βάλουν λουκέτο. Προτείνει λοιπόν κράτος να κοινωνικοί εταίροι να καταλήξουν σε συμφωνία που να προβλέπει :
-Την άρση των εμποδίων στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που υπέρμετρα επιβαρύνουν μεταξύ άλλων και το μισθολογικό κόστος και συρρικνώνουν την επιχειρηματική δράση.
-Την προσαρμογή του μέσου κόστους εργασίας, ιδιαίτερα σε επιχειρήσεις που κινδυνεύουν από την οξυνόμενη κρίση και με έμφαση στις «ευγενείς» συμβάσεις που προβλέπουν αμοιβές έως και 100% πάνω από την ΕΓΣΣΕ.
Πηγή:http://www.protothema.gr