Austerity-led brain drain is killing Greek science
Η έλλειψη χρηματοδότησης και το πάγωμα
των προσλήψεων οδηγεί τους νέου ερευνητές εκτός της χώρας,
προειδοποιεί Βαρβάρα Τραχανά με άρθρο στο NATURE
Η Επιστήμη στην Ελλάδα πηγαίνει προς τα
πίσω. Αυτό το μήνα, οι ερευνητές έχασαν την πρόσβαση στο περιοδικό
Βιοπληροφορική, ένα κορυφαίο εργαλείο στα μαθηματικά και...
υπολογιστική
βιολογία. Είναι αρκετά πιθανό ακόμη περισσότερα έντυπα να εξαφανιστούν
από τις ελληνικές βιβλιοθήκες, καθώς το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει πληρώσει
της συνδρομές του. Οι μεγαλύτεροι εκδότες – συμπεριλαμβανομένων των
Elsevier, Springer και Taylor & Francis – έχουν απειλήσει να
αναστείλουν την πρόσβαση ενώ κάποιοι άλλοι το έχουν ήδη πράξει.
Η μη πρόσβαση σε ακαδημαϊκά άρθρα που
είναι η ψυχή της έρευνας για Έλληνες επιστήμονες θα μπορούσε να
σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους για τη δημιουργική επιστήμη στα
πανεπιστήμια και τα Ελληνικά ερευνητικά ιδρύματα. Δεν θα είμαστε είναι
πλέον σε θέση να συμβαδίσουμε με τις τρέχουσες εξελίξεις διεθνώς διότι
σε τομείς όπως η βιοϊατρική, είναι σημαντικό να έχουμε πρόσβαση στις
πιο πρόσφατες πληροφορίες. Πολλοί Έλληνες ερευνητές, ανήμποροι να
αντέξουν οικονομικά προσωπικές συνδρομές σε περιοδικά, ήδη εξετάζουν να
αναβιώσουν μια πρακτική που ήταν κοινή μια δεκαετία πριν. Την επαφή
με τους φίλους και τους συναδέλφους σε ξένα ερευνητικά κέντρα από όπου
θα ζητούν τους σταλούν άρθρα με φαξ ή e-mail .
Για πολλούς αναγνώστες του NATURE η
δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες επιστήμονες δεν προκαλεί κάποια
έκπληξη. Η χώρα παραπαίει μετά από έξι συνεχόμενα χρόνια ύφεσης και
πρωτοφανή μέτρα λιτότητας. Περισσότερο από το ένα τέταρτο του ελληνικού
λαού είναι άνεργοι.
Είμαι μια από αυτούς. Είμαι βιολόγος με
διδακτορικό στη βιολογική χημεία από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της
Θεσσαλονίκης. Το 2003, πήγα στην Ισπανία για να εργαστώ σε
μεταδιδακτορικό στο Εθνικό Κέντρο Βιοτεχνολογίας στη Μαδρίτη. Το 2008,
επέστρεψα στην Ελλάδα ως ερευνητής με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών στην
Αθήνα, με διαδοχικές βραχυπρόθεσμες συμβάσεις. Τον Μάρτιο του 2011,
εξελέγην επίκουρος καθηγητής της κυτταρικής βιολογίας στην ιατρική σχολή
του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στη Λάρισα, αλλά ποτέ δεν άρχισα να
εργάζομαι εκεί. Είμαι μια από τους περίπου 800 μέλη ΔΕΠ σε όλη τη χώρα,
οι οποίοι είναι στην αναμονή, επειδή η κυβέρνηση αρνείται να εγκρίνει
τον προϋπολογισμό που απαιτείται για τους μισθούς τους. Όλοι τους είναι
διακεκριμένοι επιστήμονες, με πολλά χρόνια μεταδιδακτορικής εμπειρίας,
οι οποίοι έχουν επιλεγεί μέσα από μια μακρά και απαιτητική διαδικασία
και έχουν διοριστεί από τους επικεφαλής των αντίστοιχων πανεπιστημίων
τους.
Οι υπηρεσίες που επέλεξαν αυτά τα 800
μέλη ΔΕΠ δίνουν αγώνα για να διδάξουν στους μαθητές τους. Το 2011, για
πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, το Υπουργείο Παιδείας δεν τοποθέτησε
κανένα νέο καθηγητή πανεπιστημίου με αποτέλεσμα οι επιστημονικές και
επαγγελματικές προοπτικές των νέων επιστημόνων στην Ελλάδα να
εξανεμίζονται. Αυτό θα αφήσει τα πανεπιστήμια της χώρας άψυχα και
ανίκανα. Οι προϋπολογισμοί για τα ερευνητικά κέντρα έχουν μειωθεί κατά
30% και ο προϋπολογισμός του 2013 για την εκπαίδευση μειώνει τα
κεφάλαια κατά περαιτέρω 14% και καταδικάζει την Ελλάδα σε επιστημονικό
και εκπαιδευτικό λήθαργο.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η ελληνική
κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι, η πίστη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της
επιστήμης και της εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι μέρος της στρατηγικής,
για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμη και το 2007 -πριν από
τις περικοπές-, η χρηματοδότηση των πανεπιστήμιων καιι της έρευνας
στην Ελλάδα ανήλθε σε 0,6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος τότε.
Δηλαδή πολύ κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι της
τάξης του 1,9%.
Οι μισθοί των ερευνητών και των μελών
ΔΕΠ έχουν μειωθεί κατά 20%. Αν κάποιος σας πει ότι η ελληνική οικονομία
έπεσε εξαιτίας γιγαντιαίων μισθών στο δημόσιο τομέα, θα τους πω ότι ο
μέσος μηνιαίος μισθός ενός καθηγητή πανεπιστημίου είναι τώρα περίπου
1.000 € (1.300 δολαρίων ΗΠΑ). Πολλοί ερευνητές και καθηγητές που έφαγαν
τα χρόνια τους εδώ αναρωτιούνται εάν άξιζε τον κόπο.
Οι επιστήμονες πάντως έχουν
προσαρμοστεί. Έχουν μάθει να χρησιμοποιούν τα ελάχιστα από τα ακριβά
αντιδραστήρια. Έχουν γίνει ειδικοί στην εργασία με τα παλτά τους, όταν
οι παραδόσεις πετρελαίου θέρμανσης καθυστερούν.
Αλλά πολλοί νέοι επιστήμονες φεύγουν στο
εξωτερικό. Το 2010, περίπου 120.000 Έλληνες πτυχιούχοι ζούσαν και
εργάζονταν αλλού, ποσοστό περίπου στο ένα δέκατο του συνόλου. Ο αριθμός
αυτός εκτιμάται σήμερα σε 150.000. Το νεαρής ηλικίας ειδικευμένο
εργατικό δυναμικό, -βασικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη-,
εξαφανίζεται ακριβώς όταν η κοινωνία το χρειάζεται περισσότερο. Και
εγώ, εξετάζω το ενδεχόμενο να φύγω. Η κατάσταση στην Ελλάδα, σε
συνδυασμό με τα σχέδια των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση
του προϋπολογισμού στην έρευνα και στην ανάπτυξη, σκιαγραφουν μια ζοφερή
εικόνα για τις μελλοντικές γενιές.
Στην Ελληνική επιστήμη αξίζει επενδύσεις
και αξίζει να διασωθεί. Το 2012, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, η
θέση της χώρας στο τομέα της έρευνας -μας έδωσε το 1% των πλέον
αναφερόμενων άρθρων παγκοσμίως- ήταν 13η στον κόσμο, πάνω από τον
Καναδά, την Ιταλία και τη Γαλλία. Αυτό το ανθρώπινο δυναμικό θα έπρεπε
να τροφοδοτείται από άμεσες δράσεις της κυβέρνησης.
Ένα καλό σημείο για να ξεκινήσει η
κυβέρνηση την στήριξη είναι να αντισταθεί στα αιτήματα από τους
υπάρχοντες καθηγητές για να αυξήσουν την ηλικία συνταξιοδότησης τους
από 67 σε 70. Η αλλαγή έχει προταθεί ως μια βραχυπρόθεσμη λύση για τα
ακαδημαϊκά τμήματα που βρίσκονται σε οριακό σημείο από το πάγωμα των
προσλήψεων και των αποχωρήσεων.
Μια τέτοια κίνηση θα εξαλείψει κάθε
πιθανότητα που έχουν οι νέοι καθηγητές για να τοποθετηθούν, δεδομένου
ότι το εθνικό πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας ζητά από το δημόσιο
τομέα να μειωθεί δραστικά, κάνοντας μόνο μια πρόσληψη για κάθε δέκα
αποχωρήσεις.
Αν συμβεί αυτό θα μπλοκαριστεί τη φυσική
και αναγκαία ανανέωση του πανεπιστημιακού προσωπικού με νέο αίμα. Θα
επιτείνει περαιτέρω την ταχεία γήρανση των ελληνικών πανεπιστημίων και
να αφήσει σχολές κελύφη, που θα περιέχουν μόνο μια χούφτα από
παλαιότερους καθηγητές και δίπλα τους κανένα διδακτικό προσωπικό ή
νέους ερευνητές.
Γνωρίζουμε από την εξελικτική βιολογία ότι τέτοιες μικρο-κοινωνίες σύντομα εξαφανίζονται.
Πηγή:http://papaioannou-giannis.net