Την Παρασκευή, ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος, Γιούργκεν Χάμπερμας,
έδωσε ομιλία στο πανεπιστήμιο της Λουβέν, στο Βέλγιο, όπου εξέφρασε τις
απόψεις του για το μέλλον μιας δημοκρατικής Ευρώπης, στο πλαίσιο της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης....
Επιπλέον, τάχθηκε εναντίον αυτού του ιδιότυπου
ημι-ηγεμονικού στάτους της Γερμανίας επί της Ε.Ε, τονίζοντας ότι ξυπνά, εκτός των άλλων, φαντάσματα του παρελθόντος. Την ομιλία προλόγισε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Βαν Ρόμπεϊ.
*Αποσπάσματα από την ομιλία του Γιούργκεν Χάμπερμας (μτφ: Κατρίν Αλαμάνου)
Προς μια υπερεθνική δημοκρατία στην Ευρώπη
[...]Είμαστε παγιδευμένοι στο δίλημμα μεταξύ, από τη μια πλευρά των οικονομικών πολιτικών που απαιτούνται για τη διατήρηση του ευρώ και, από την άλλη των πολιτικών μέτρων
για την περαιτέρω (ευρωπαϊκή) ολοκλήρωση. Τα βήματα που είναι αναγκαία
για την επίτευξη αυτού του στόχου δεν είναι δημοφιλή και επιφέρουν μια
αυθόρμητη λαϊκή αντίσταση.
Τα σχέδια της Κομισιόν αντανακλούν τον
πειρασμό να γεφυρώσει, με τεχνοκρατικό τρόπο, αυτό το χάσμα ανάμεσα σε
αυτό που είναι οικονομικά απαραίτητο και σε ό, τι φαίνεται να είναι
πολιτικά εφικτό[…] Η προσέγγιση αυτή εγκυμονεί τον κίνδυνο ενός
αυξανόμενου χάσματος μεταξύ της εδραίωσης κανονιστικών αρμοδιοτήτων
αφενός, και της ανάγκης να νομιμοποιηθούν αυτές τις αυξημένες εξουσίες
με ένα δημοκρατικό τρόπο αφετέρου [...]
Αλλά ποια είναι η εναλλακτική λύση για
μια περαιτέρω ενοποίηση στο παρόν μοντέλο του εκτελεστικού
φεντεραλισμού; Ας εξετάσουμε πρώτα αυτές ριζοσπαστικές αποφάσεις που θα
πρέπει να ληφθούν στο ξεκίνημα αυτής της διαδρομής που οδηγεί σε μια
υπερεθνική δημοκρατία στην Ευρώπη. Αυτό που είναι απαραίτητο, αρχικά,
είναι μια συνεπής απόφαση για την μετάβαση της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης σε Πολιτική Ένωση (που θα παραμείνει ανοικτή, φυσικά, στην προσχώρηση άλλων κρατών μελών της ΕΕ, ιδίως στην Πολωνία).
Το βήμα αυτό θα μπορούσε, για πρώτη φορά,
να σηματοδοτήσει μια σοβαρή μεταμόρφωση (διαφοροποίηση) της Ένωσης σε
έναν πυρήνα και μία περιφέρεια. Η σκοπιμότητα των απαραίτητων αλλαγών
στις ευρωπαϊκές συνθήκες θα εξαρτηθεί κυρίως από τη συγκατάθεση των
χωρών που προτιμούν να μείνουν εκτός. Στη χειρότερη περίπτωση, η όποια
ισχυρή αντίσταση θα έπρεπε να ξεπεραστεί μόνο από μία επανίδρυση της
Ένωσης (βασισμένη στα υφιστάμενα θεσμικά όργανα).
Η απόφαση για μια τέτοια Ευρώπη
αντιστοιχεί σε περισσότερο από απλώς ένα εξελικτικό βήμα στη μεταφορά
συγκεκριμένων κυριαρχικών δικαιωμάτων. Με τη θέσπιση μιας κοινής οικονομικής κυβέρνησης
η κόκκινη γραμμή της κλασικής κατανόησης της εθνικής κυριαρχίας, θα
έχει διασχιστεί. Η ιδέα ότι τα εθνικά κράτη είναι «τα κυρίαρχα στοιχεία
των συνθηκών» θα πρέπει να εγκαταλειφθεί.
Από την άλλη πλευρά, το βήμα για την
υπερεθνική δημοκρατία δεν χρειάζεται να εκλαμβάνεται ως μετάβαση σε
«Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης».
«Συνομοσπονδία» εναντίον «ομοσπονδιακού
κράτους», είναι μια ψεύτικη αντίθεση (και μια συγκεκριμένη κληρονομιά
της συνταγματικής συζήτησης του 19ου αιώνα στη Γερμανία). Τα εθνικά
κράτη μπορούν να διατηρήσουν και την ακεραιότητά τους ως κράτη εντός
μιας υπερεθνικής δημοκρατίας, διατηρώντας τόσο το ρόλο της εκτελεστικής
τους εξουσίας όσο και εκείνου του τελικού θεματοφύλακα των πολιτικών
ελευθεριών.
Σε διαδικαστικό επίπεδο, η εκθρόνιση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα σήμαινε το πέρασμα από την διακυβερνητική στην κοινοτική μέθοδο.
Εφόσον η συνήθης νομοθετική διαδικασία, στην οποία το Κοινοβούλιο και
το Συμβούλιο συμμετέχουν επί ίσοις όροις, δεν έχει γίνει ο γενικός
κανόνας, η Ευρωπαϊκή Ένωση υποφέρει από μία νομιμοποιητική ανεπάρκεια όπως
όλοι οι διεθνείς οργανισμοί που βασίζονται σε διακρατικές συνθήκες. Η
ανεπάρκεια αυτή εξηγείται από την ασυμμετρία μεταξύ του πεδίου εφαρμογής
της δημοκρατικής εντολής του κάθε μεμονωμένου κράτους-μέλους και της
εμβέλειας των αρμοδιοτήτων του οργανισμού, που ασκείται από όλα τα
κράτη-μέλη από κοινού.
Όπως το βλέπουν οι πολίτες, η πολιτική
τους τύχη εξαρτάται από ξένες κυβερνήσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα
των άλλων εθνών και όχι από μια κυβέρνηση που δεσμεύεται μόνο από τη
δική τους δημοκρατική ψήφο. Αυτό το έλλειμμα λογοδοσίας
εντείνεται περαιτέρω από το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις του
Ευρωπαϊκού Συμβουλίου πραγματοποιούνται εκτός του δημόσιου βλέμματος.
Η κοινοτική μέθοδος είναι προτιμότερη
όχι μόνο εξαιτίας του κανονιστικού αυτού λόγου, αλλά και για λόγους
βελτίωσης της αποδοτικότητας. Βοηθά να ξεπεραστούν οι εθνικές
διαφοροποιήσεις. Στο Συμβούλιο, αλλά και μεταξύ των εσω-κοινοβουλευτικών
επιτροπών, εκπρόσωποι οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να υπερασπιστούν τα
εθνικά τους συμφέροντα, πρέπει απλώς να διαπραγματεύονται συμβιβασμούς
μεταξύ ισχυρών θέσεων. Αντιθέτως, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου, το οποίο χωρίζεται σε κοινοβουλευτικές ομάδες, εκλέγονται
με κομματική σκοπιά. Για το λόγο αυτό, στο βαθμό που ένα ευρωπαϊκό
κομματικό σύστημα παίρνει μορφή, η λήψη πολιτικών αποφάσεων στο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε ήδη να διεξάγεται βάσει συμφερόντων
γενικευμένων, πέραν των εθνικών συνόρων […]
Ο ρόλος της Γερμανίας
Η γερμανική κυβέρνηση κρατά στα χέρια της
το κλειδί για την τύχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν υπάρχει μία κυβέρνηση
μεταξύ των κρατών μελών (της Ε.Ε) ικανή να αναλάβει την πρωτοβουλία για
την αναθεώρηση των Συνθηκών, αυτή είναι η γερμανική[...]
Στον απόηχο του σοκ της ήττας του 1945 και της ηθικής καταστροφής του Ολοκαυτώματος, για φρονησιακούς* (βλ. υποσημείωση για τον όρο)
λόγους, δηλαδή για να ανακτήσει τη διεθνή της φήμη –η οποία
καταστράφηκε από δικές τις ενέργειες- ήταν ανάγκη για την Ομοσπονδιακή
Δημοκρατία της Γερμανίας να προωθήσει μια συμμαχία με τη Γαλλία και να
προχωρήσει στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Επιπλέον, η ενσωμάτωσή της μέσα στο
περιβάλλον των γειτονικών ευρωπαϊκών χωρών κάτω από την ηγεμονική
προστασία των Ηνωμένων Πολιτειών, παρείχε το πλαίσιο στο οποίο ο
πληθυσμός της Γερμανίας σε μεγάλο βαθμό θα μπορούσε να αναπτύξει μια
φιλελεύθερη διαδικασία αυτογνωσίας για πρώτη φορά.
Αυτός ο επίπονος μετασχηματισμός μιας πολιτικής νοοτροπίας,
η οποία στην παλιά Ομοσπονδιακή Δημοκρατία παρέμενε δεσμευμένη σε
μοιραίες συνέχειες για δεκαετίες, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένος.
Αυτή η αλλαγή στην νοοτροπία συνέβη σε συνδυασμό με ένα προσεκτικά
συμμετοχική προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Επιπλέον, η επιτυχία
αυτής της πολιτικής ήταν μια σημαντική προϋπόθεση για την επίλυση ενός
πιο μακροχρόνιου ιστορικού προβλήματος, με το οποίο κυρίως ασχολούμαι.
Μετά την ίδρυση της γερμανικής αυτοκρατορίας το 1871, η Γερμανία ανέλαβε ένα μοιραίο «ημι-ηγεμονικό στάτους» στην Ευρώπη -όπως αναφέρει ο Ludwig Dehios, ήταν «πολύ αδύναμη για να κυριαρχήσει στην ήπειρο, αλλά πολύ ισχυρή για να ευθυγραμμιστεί με αυτή». Είναι
προς το συμφέρον της Γερμανίας να αποφύγει μια αναβίωση αυτού του
διλήμματος που ξεπεράστηκε μόνο χάρη στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Για
το λόγο αυτό το ευρωπαϊκό ζήτημα, το οποίο έχει ενταθεί από την κρίση,
περιλαμβάνει επίσης μια εσωτερική πολιτική πρόκληση για τους Γερμανούς.
Ο ηγετικός ρόλος που «πέφτει» στη
Γερμανία σήμερα για δημογραφικούς και οικονομικούς λόγους, δεν ξυπνά
μόνον ιστορικά φαντάσματα παντού γύρω μας, αλλά επίσης μας βάζει στον
πειρασμό να επιλέξουμε μια μονομερή εθνικά πορεία, ή ακόμη και
να υποκύψουμε στις φαντασιώσεις δύναμης περί μιας «γερμανικής Ευρώπης»
αντί μιας «Γερμανίας μέσα στην Ευρώπη».
Εμείς οι Γερμανοί θα πρέπει να έχουμε
μάθει από τις καταστροφές του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, ότι είναι
προς το εθνικό μας συμφέρον να αποφευχθεί οριστικά το δίλημμα ενός ημι-ηγεμονικού καθεστώτος που δύσκολα μπορεί να προχωρήσει χωρίς να διολισθήσει σε συγκρούσεις. Το επίτευγμα του Χέλμουτ Κολ δεν
είναι η επανένωση και η αποκατάσταση μιας συγκεκριμένης εθνικής
ομαλότητας per se, αλλά το γεγονός ότι αυτό το ευχάριστο γεγονός
συνδυάστηκε με τη συνεχή προώθηση μιας πολιτικής που ενώνει τη Γερμανία
σφιχτά στην Ευρώπη.
* (φρονησιακός):
Στον Καντ η φρονησιακή μετάβαση στην ηθικότητα (γενικός νόμος ως μέσο
των επιμέρους εγωιστικών σκοπών) δεν αποτελεί επαρκή θεμελίωση της
ηθικότητας/ της νομιμότητας και χρίζει συμπλήρωσης. Η συμπλήρωση δίδεται
από το ηθικό πράττειν που αφαιρεί από τα ευδαιμονιστικά κίνητρα. Από
την άλλη, στον Φώυερμπαχ, η συμπλήρωση επέρχεται από τον μετασχηματισμό
του ευδαιμονιστικού πράττειν σε αγάπη και υποκειμενική ηθική συνείδηση.
Φωτογραφίες: @KU_Leuven & @euHvR
tvxs