«Βλέπει» νέα μέτρα και ζητά διαφάνεια στο τραπεζικό σύστημα
Τον κώδωνα του κινδύνου για το δημόσιο χρέος της Κύπρου κρούει το
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο προειδοποιεί ότι η Κύπρος μπορεί να
χρειαστεί πρόσθετη χρηματοδότηση αν η οικονομία συρρικνωθεί περισσότερο
απ' ότι αναμενόταν και υπάρξουν αποκλίσεις στην... εφαρμογή των όρων του
προγράμματος διάσωσης που συμφωνήθηκε με την τρόικα.
Σύμφωνα με σχετική αναλυτική έκθεση του ΔΝΤ, ο αντίκτυπος της κυπριακής τραπεζικής κρίσης στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και στη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας δημιούργησε συνθήκες «εξαιρετικά αβέβαιες».
Όπως υπογραμμίζεται, οι κίνδυνοι για τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας είναι «ουσιαστικές και γέρνουν προς την αρνητική πλευρά», ενώ τα προβλήματα θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς την πορεία του δημόσιου χρέους της χώρας.
Στη συνέχεια, καταγράφονται σε τεχνοκρατικό επίπεδο οι λεπτομέρειες της συμφωνίας, τα συνεπακόλουθα της κρίσης στον τραπεζιτικό τομέα και τα σημερινά δεδομένα της κυπριακής οικονομίας, επισημαίνοντας ότι η Κύπρος συμφώνησε με την τρόικα δάνειο στις 25 Μαρτίου ύψους 10 δισ. ευρώ ($ 12.8 δισεκατομμύρια δολάρια), με αντάλλαγμα τη λήψη μέτρων, συμπεριλαμβανομένου του φόρου στις τραπεζικές καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνονται οι παραχωρήσεις που απαιτήθηκαν από τους πιστωτές, σε μια προσπάθεια να συρρικνωθεί ο τραπεζικός τομέας της χώρας και που έχουν οδηγήσει σε αναγκαίους ελέγχους κεφαλαίων, καταγράφοντας την απόφαση για τις δυο μεγάλες τράπεζες του νησιού και ιδιαίτερα για το «κούρεμα» που υπέστησαν οι ανασφάλιστοι καταθέτες στη Λαϊκή Τράπεζα. Ο τραπεζικός τομέας ξεπερνά κατά οκτώ φορές το συνολικό ΑΕΠ της Κύπρου, όπως επισημαίνεται.
Οι κίνδυνοι στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Κύπρου είναι «ασυνήθιστα υψηλοί», λόγω των προοπτικών του τραπεζικού τομέα και του κινδύνου να αρθούν πρόωρα οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων, καθώς και μπροστά στο ενδεχόμενο να μην είναι οι κυπριακές αρχές αρκετά αποφασιστικές για την εφαρμογή του προγράμματος.
Η κατάσταση της κυπριακής οικονομίας «είναι μοναδική και πρωτοφανής, αφού είχε να επιλύσει εκ των προτέρων ένα πολύ μεγάλο τραπεζικό πρόβλημα» δήλωσε χαρακτηριστικά η επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Ταμείου στην Κύπρο, Ντέλια Βελκουλέσκου, επισημαίνοντας ότι «ο αντίκτυπος της τραπεζικής κρίσης, στη δημοσιονομική εξυγίανση και στην ανάπτυξη παραμένει αβέβαιος αυτή τη στιγμή», εκφράζοντας φόβους για «βαθύτερη ύφεση».
Ανάμεσα σ' άλλα, η εκπρόσωπος του ΔΝΤ υποστήριξε ότι μπορεί να απαιτηθούν «πρόσθετα μέτρα» για τη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους, κάτι που έδωσε ιδιαίτερη σημασία, επαναλαμβάνοντας την εκτίμηση για «ασυνήθιστους υψηλούς κινδύνους» στην περίπτωση της Κύπρου.
Στη έκθεση διατυπώνεται επίσης η εκτίμηση ότι οι επιπτώσεις από την κρίση χρέους στην Κύπρο θα διαρκέσουν περισσότερο από όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, εξαιρουμένης της Ελλάδας -όπως τονίζεται- και η συρρίκνωση του ΑΕΠ της Κύπρου θα είναι μεγαλύτερη και απ' αυτήν που υπέστη το ελληνικό ΑΕΠ. Επιπλέον, προβλέπεται ότι η ύφεση στην Κύπρο θα φτάσει το 8,7% το 2013 και το 3,9% το 2014, πριν η οικονομία της χώρας αρχίσει να επιστρέφει στην ανάπτυξη το 2015.
Η Κύπρος θα πρέπει να βελτιώσει την εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, όπως καταγράφεται στην έκθεση, σημειώνοντας ότι η βελτίωση της διαφάνειας στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα συντείνει στην σταθεροποίηση και την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα.
Το ΔΝΤ, με την έκθεσή του, διαμορφώνει το σκηνικό για τη λήψη νέων μέτρων στην Κύπρο, υποστηρίζοντας ότι ακόμη υπάρχουν περιθώρια περικοπών στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αφού λαμβάνουν πολύ μεγαλύτερες αμοιβές σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του Ταμείου.
Τέλος, για το δημόσιο χρέος της Κύπρου, το ΔΝΤ εκφράζει τη θέση ότι θα φτάσει στο 126% του ΑΕΠ της το 2015, πριν αρχίσει να μειώνεται σταδιακά μέχρι το 105% του ΑΕΠ το 2020, επαναλαμβάνοντας τους «ασυνήθιστους υψηλούς κινδύνους» και πως αν επαληθευθούν αυτές οι προβλέψεις θα απαιτηθούν «νέα μέτρα». Επίσης, προβλέπεται πως για την επόμενη τριετία θα υπάρξει συμπλήρωση στα ήδη συμφωνηθέντα μέτρα και με επιπλέον μέτρα της τάξης του 4.7% του ΑΕΠ της Κύπρου, σε ετήσια βάση για το διάστημα 2015 με 2018.
Σύμφωνα με σχετική αναλυτική έκθεση του ΔΝΤ, ο αντίκτυπος της κυπριακής τραπεζικής κρίσης στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και στη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας δημιούργησε συνθήκες «εξαιρετικά αβέβαιες».
Όπως υπογραμμίζεται, οι κίνδυνοι για τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας είναι «ουσιαστικές και γέρνουν προς την αρνητική πλευρά», ενώ τα προβλήματα θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς την πορεία του δημόσιου χρέους της χώρας.
Στη συνέχεια, καταγράφονται σε τεχνοκρατικό επίπεδο οι λεπτομέρειες της συμφωνίας, τα συνεπακόλουθα της κρίσης στον τραπεζιτικό τομέα και τα σημερινά δεδομένα της κυπριακής οικονομίας, επισημαίνοντας ότι η Κύπρος συμφώνησε με την τρόικα δάνειο στις 25 Μαρτίου ύψους 10 δισ. ευρώ ($ 12.8 δισεκατομμύρια δολάρια), με αντάλλαγμα τη λήψη μέτρων, συμπεριλαμβανομένου του φόρου στις τραπεζικές καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνονται οι παραχωρήσεις που απαιτήθηκαν από τους πιστωτές, σε μια προσπάθεια να συρρικνωθεί ο τραπεζικός τομέας της χώρας και που έχουν οδηγήσει σε αναγκαίους ελέγχους κεφαλαίων, καταγράφοντας την απόφαση για τις δυο μεγάλες τράπεζες του νησιού και ιδιαίτερα για το «κούρεμα» που υπέστησαν οι ανασφάλιστοι καταθέτες στη Λαϊκή Τράπεζα. Ο τραπεζικός τομέας ξεπερνά κατά οκτώ φορές το συνολικό ΑΕΠ της Κύπρου, όπως επισημαίνεται.
Οι κίνδυνοι στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Κύπρου είναι «ασυνήθιστα υψηλοί», λόγω των προοπτικών του τραπεζικού τομέα και του κινδύνου να αρθούν πρόωρα οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων, καθώς και μπροστά στο ενδεχόμενο να μην είναι οι κυπριακές αρχές αρκετά αποφασιστικές για την εφαρμογή του προγράμματος.
Η κατάσταση της κυπριακής οικονομίας «είναι μοναδική και πρωτοφανής, αφού είχε να επιλύσει εκ των προτέρων ένα πολύ μεγάλο τραπεζικό πρόβλημα» δήλωσε χαρακτηριστικά η επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Ταμείου στην Κύπρο, Ντέλια Βελκουλέσκου, επισημαίνοντας ότι «ο αντίκτυπος της τραπεζικής κρίσης, στη δημοσιονομική εξυγίανση και στην ανάπτυξη παραμένει αβέβαιος αυτή τη στιγμή», εκφράζοντας φόβους για «βαθύτερη ύφεση».
Ανάμεσα σ' άλλα, η εκπρόσωπος του ΔΝΤ υποστήριξε ότι μπορεί να απαιτηθούν «πρόσθετα μέτρα» για τη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους, κάτι που έδωσε ιδιαίτερη σημασία, επαναλαμβάνοντας την εκτίμηση για «ασυνήθιστους υψηλούς κινδύνους» στην περίπτωση της Κύπρου.
Στη έκθεση διατυπώνεται επίσης η εκτίμηση ότι οι επιπτώσεις από την κρίση χρέους στην Κύπρο θα διαρκέσουν περισσότερο από όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, εξαιρουμένης της Ελλάδας -όπως τονίζεται- και η συρρίκνωση του ΑΕΠ της Κύπρου θα είναι μεγαλύτερη και απ' αυτήν που υπέστη το ελληνικό ΑΕΠ. Επιπλέον, προβλέπεται ότι η ύφεση στην Κύπρο θα φτάσει το 8,7% το 2013 και το 3,9% το 2014, πριν η οικονομία της χώρας αρχίσει να επιστρέφει στην ανάπτυξη το 2015.
Η Κύπρος θα πρέπει να βελτιώσει την εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, όπως καταγράφεται στην έκθεση, σημειώνοντας ότι η βελτίωση της διαφάνειας στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα συντείνει στην σταθεροποίηση και την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα.
Το ΔΝΤ, με την έκθεσή του, διαμορφώνει το σκηνικό για τη λήψη νέων μέτρων στην Κύπρο, υποστηρίζοντας ότι ακόμη υπάρχουν περιθώρια περικοπών στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αφού λαμβάνουν πολύ μεγαλύτερες αμοιβές σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του Ταμείου.
Τέλος, για το δημόσιο χρέος της Κύπρου, το ΔΝΤ εκφράζει τη θέση ότι θα φτάσει στο 126% του ΑΕΠ της το 2015, πριν αρχίσει να μειώνεται σταδιακά μέχρι το 105% του ΑΕΠ το 2020, επαναλαμβάνοντας τους «ασυνήθιστους υψηλούς κινδύνους» και πως αν επαληθευθούν αυτές οι προβλέψεις θα απαιτηθούν «νέα μέτρα». Επίσης, προβλέπεται πως για την επόμενη τριετία θα υπάρξει συμπλήρωση στα ήδη συμφωνηθέντα μέτρα και με επιπλέον μέτρα της τάξης του 4.7% του ΑΕΠ της Κύπρου, σε ετήσια βάση για το διάστημα 2015 με 2018.