Μετά την αναγνώριση από το ΔΝΤ για τους λάθος χειρισμούς στο
πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας και τον πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα στο
Ταμείο και την Ε.Ε., ο χαμένος είναι σύμφωνα και με τους ....
Financial Times η Ελλάδα. Σε δημοσίευμα αναφέρουν πως η πολιτική της Τρόικα οδηγεί σε Grexit και υποστηρίζουν πως η Ελλάδα θα παραμείνει κολλημένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού χρέους, μέχρι να φύγει από την Ευρωζώνη και να κηρύξει στάση πληρωμών μονομερώς και να φύγει τελικά από το ευρώ επιστρέφοντας στο εθνικό νόμισμα.
Το άρθρο των Financial Times
«Ηταν η πιο τίμια και διαυγής ανάλυση από επίσημο οργανισμό για την κρίση στην Ευρωζώνη μέχρι σήμερα. Μέσα σε 50 μόνο σελίδες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρήγαγε μια ακριβή και σοβαρή ανάλυση για το τι πήγε στραβά με το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης.
Ηταν επίσης μια κατακραυγή της επικρατούσας άποψης για την ευρωπαϊκή πολιτική. Οι σχολιαστές -όπως και εγώ- επιτίθενται σε αυτή την άποψη εδώ και τρία χρόνια. Είναι η πρώτη φορά που ένας επίσημος θεσμός ενώνει μαζί μας τη φωνή του.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το θεμελιώδες σφάλμα ήταν η υπερβολική αισιοδοξία για την οικονομική ανάπτυξη. Ηταν λάθος κυρίως με την έννοια ότι προκάλεσε κι άλλα λανθασμένα συμπεράσματα, για τη μείωση του χρέους, τις πιέσεις στον τραπεζικό τομέα, την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων και την βιωσιμότητα του χρέους. Επιπλέον, δεν ήταν ένα απλό σφάλμα από κακοτυχία. Οι σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις της συμφωνημένης ελληνικής προσαρμογής δεν ήταν απλώς ορατές: Τις είχαν πράγματι προβλέψει πολλοί επικριτές, όπως παραδέχεται ανοιχτά το ΔΝΤ.
Το άλλο μεγάλο λάθος που παραδέχεται η ανάλυση αφορά τον υπερβολικά μεγάλο χρόνο που πέρασε μέχρι να συμφωνηθεί η αναδιοργάνωση του ελληνικού χρέους. Οταν έγινε η συμφωνία, οι περισσότεροι ιδιώτες επενδυτές είχαν ήδη αποχωρήσει.
Οι επιπτώσεις αυτών των συσσωρευμένων σφαλμάτων είναι βαριές. Το πιο σημαντικό είναι ότι καθιστούν αδύνατη την επίλυση της κρίσης μέσα στις παρούσες παραμέτρους. Σε ξεχωριστή ανάλυση το ΔΝΤ κατέληξε ότι η ανάλυση για τη βιωσιμοτητα του χρέους πάνω στην οποία στηρίχθηκε η διάσωση του 2012 της Ελλάδας, είναι ήδη άκυρη. Καταλήγει ότι θα πρέπει να γίνει κι άλλο ξαλάφρωμα από το χρέος απ' όσο έχει προβλεφθεί -περίπου 7% του ΑΕΠ- για να γίνει εφικτός ο στόχος βιωσιμότητας του χρέους του 124% το 2020 και 110% το 2022. Στη συμφωνία του 2012 αναγνωρίζεται μια "τρύπα" 4% του ΑΕΠ που εξακολουθεί να πρέπει να καλυφθεί. Αυτή η εκτίμηση δεν ακούγεται πολύ μεγάλη, αλλά στηρίζεται κι αυτή σε θετικές προϋποθέσεις. Και είναι, όπως πάντα, ο ελάχιστος αριθμός.
Προσωπικώς πιστεύω ότι η Ελλάδα θα παραμείνει κολλημένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού χρέους, μέχρι είτε να φύγει από την ευρωζώνη και να κηρύξει στάση πληρωμών μονομερώς, είτε να γίνει θεμελιώδης αλλαγή στην στρατηγική. Για το δεύτερο απαιτούνται δύο προσαρμογές στο υπάρχον πρόγραμμα».
Οι προσαρμογές που πρέπει να γίνουν στο πρόγραμμα σύμφωνα με τους Financial Times είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους, οι επιφυλακτικές προβλέψεις για την μελλοντική ανάπτυξη, αλλά και η επίσπευση των μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα:
«Η πρώτη θα είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους. Ο στόχος του 124% του ΑΕΠ είναι αυθαίρετος και απατηλός. Είναι αυθαίρετος γιατί δεν υπάρχει οικονομική δικαιολογία για αυτά το νούμερα. Και είναι απατηλός γιατί οι επενδυτές δεν θεωρούν πλέον το ελληνικό χρέος ως εθνικό χρέος (sovereign), αλλά "υπό του εθνικού χρέους" (sub-sovereign). Τα ενεργητικά "υπό του εθνικού χρέους", όπως των πολιτειών των ΗΠΑ ή των κρατιδίων της Γερμανίας, δεν μπορούν να έχουν τους ίδιους συντελεστές χρέους προς το ΑΕΠ με τα εθνικά, γιατί δεν έχουν την δυνατότητα να τυπώσουν δικό τους χρήμα. Ένα μέγεθος στην κλίμακα του 60-80% θα ήταν πιο ρεαλιστικό.
Δεύτερον, τυχόν νέα ανάλυση για την βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να επαφίεται σε πιο επιφυλακτικές προβλέψεις για την μελλοντική ανάπτυξη και την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων. Ο συνδυασμός του πιο ρεαλιστικού στόχου για το χρέος και για την προσαρμογή, λογικά δεν συνάδει με το αξιόχρεο. Αφού δεν απομένουν αρκετοί ακόμη επενδυτές για να συμμετέχουν σε διάσωση, μόνο ο επίσημος κλάδος μένει να εμπλακεί. Αυτό όμως ήταν πάντα και παραμένει ένα θέμα ταμπού, γιατί θα ήταν μια παραδοχή ότι η κρίση θα κοστίσει στους βορειοευρωπαίους πολλά χρήματα.
Κι αυτό δεν είναι ένα μήνυμα που θέλει η γερμανική κυβέρνηση να πουλήσει, τρεις μήνες πριν τις εκλογές. Υποπτεύομαι ότι ούτε μετά τις εκλογές θα υπάρχει κάποιο μήνυμα που θα μπορεί να πουλήσει. Η μόνη, περιορισμένη, μορφή συμμετοχής του επίσημου τομέα που θα μπορούσα να δω είναι μέσω «ανοχής» στο χρέος, όπου οι πιστωτές και οι χρεωμένοι θα συμφωνήσουν να αυξηθεί η διάρκεια της πίστωσης και να μειωθούν τα επιτόκια.
Είναι μια μορφή καλυμμένης ανακούφισης από το χρέος, αλλά δεν μου φαίνεται εύκολο να εφαρμοστεί σε μεγάλη κλίμακα. Χωρίς μια ρεαλιστική προοπτική ανακούφισης από το χρέος, όμως, η Ελλάδα θα έχει ένα λογικό οικονομικό κίνητρο να φύγει από την Ευρωζώνη, όταν πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα και εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που θα της δώσουν την δυνατότητα να ευνοηθεί από μια υποτίμηση και στάση πληρωμών. Αυτή η ώρα δεν έχει έρθει, αλλά πλησιάζει.
Η επικριτική ανάλυση του ΔΝΤ είναι επίσης διαυγής όσον αφορά την περιγραφή των πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπισε ως μέλος της τρόικα. Το ΔΝΤ είναι σαφέστατο ότι δεν νιώθει καθόλου καλά με την υποβάθμισή του στην θέση του ελάσσονος εταίρου, δεδομένα ότι είναι ο μόνος θεσμός στην τρόικα που έχει κάποια τεχνογνωσία στην επίλυση κρίσεων.
Ποια επίδραση στη στρατηγική θα έχει η ανάλυση του ΔΝΤ; Το ταμείο σίγουρα δεν εφήρμοσε το νέο σκεπτικό του, όταν διαπραγματευόταν τη διάσωση της Κύπρου. Η πρόβλεψή του τον περασμένο μήνα ότι η χώρα θα επιστρέψει σε ανάκαμψη το 2015 ήταν γελοία, ειδικά αν σκεφτούμε το τι συνέβη στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να μη σκεφτούμε ότι το ΔΝΤ ίσως δεν μιλάει με μια φωνή σε αυτή την περίπτωση. Οταν ο Πολ Τόμσεν, επικεφαλής της αντιπροσωπείας στην Ελλάδα, είπε ότι το ΔΝΤ θα το ξαναέκανε, αν είχε τις ίδιες πληροφορίες, δεν δημιούργησε την εντύπωση ότι υιοθετεί το μήνυμα αυτής της ανάλυσης. Ενώ η Ουάσιγκτον έστελνε το mea culpa της, ο κ. Τόμσεν τραγουδούσε ... je ne regrette rien.
Αν κρίνουμε από την έντονη αντίδραση του Ευρωπαίου οικονομικού επιτρόπου Ολι Ρεν, πιστεύω ότι οι ρυθμιστές της Ευρωζώνης θα αγνοήσουν τις συστάσεις. Η γερμανική κυβέρνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδεχτεί τέτοια συμπεράσματα. Αν το ΔΝΤ σοβαρολογεί με την ανάλυσή του -όπως θα έπρεπε- θα πρέπει είτε να επιβάλλει αλλαγή πολιτικής, είτε να είναι έτοιμο να εγκαταλείψει την Τρόικα».
Financial Times η Ελλάδα. Σε δημοσίευμα αναφέρουν πως η πολιτική της Τρόικα οδηγεί σε Grexit και υποστηρίζουν πως η Ελλάδα θα παραμείνει κολλημένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού χρέους, μέχρι να φύγει από την Ευρωζώνη και να κηρύξει στάση πληρωμών μονομερώς και να φύγει τελικά από το ευρώ επιστρέφοντας στο εθνικό νόμισμα.
Το άρθρο των Financial Times
«Ηταν η πιο τίμια και διαυγής ανάλυση από επίσημο οργανισμό για την κρίση στην Ευρωζώνη μέχρι σήμερα. Μέσα σε 50 μόνο σελίδες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρήγαγε μια ακριβή και σοβαρή ανάλυση για το τι πήγε στραβά με το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης.
Ηταν επίσης μια κατακραυγή της επικρατούσας άποψης για την ευρωπαϊκή πολιτική. Οι σχολιαστές -όπως και εγώ- επιτίθενται σε αυτή την άποψη εδώ και τρία χρόνια. Είναι η πρώτη φορά που ένας επίσημος θεσμός ενώνει μαζί μας τη φωνή του.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το θεμελιώδες σφάλμα ήταν η υπερβολική αισιοδοξία για την οικονομική ανάπτυξη. Ηταν λάθος κυρίως με την έννοια ότι προκάλεσε κι άλλα λανθασμένα συμπεράσματα, για τη μείωση του χρέους, τις πιέσεις στον τραπεζικό τομέα, την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων και την βιωσιμότητα του χρέους. Επιπλέον, δεν ήταν ένα απλό σφάλμα από κακοτυχία. Οι σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις της συμφωνημένης ελληνικής προσαρμογής δεν ήταν απλώς ορατές: Τις είχαν πράγματι προβλέψει πολλοί επικριτές, όπως παραδέχεται ανοιχτά το ΔΝΤ.
Το άλλο μεγάλο λάθος που παραδέχεται η ανάλυση αφορά τον υπερβολικά μεγάλο χρόνο που πέρασε μέχρι να συμφωνηθεί η αναδιοργάνωση του ελληνικού χρέους. Οταν έγινε η συμφωνία, οι περισσότεροι ιδιώτες επενδυτές είχαν ήδη αποχωρήσει.
Οι επιπτώσεις αυτών των συσσωρευμένων σφαλμάτων είναι βαριές. Το πιο σημαντικό είναι ότι καθιστούν αδύνατη την επίλυση της κρίσης μέσα στις παρούσες παραμέτρους. Σε ξεχωριστή ανάλυση το ΔΝΤ κατέληξε ότι η ανάλυση για τη βιωσιμοτητα του χρέους πάνω στην οποία στηρίχθηκε η διάσωση του 2012 της Ελλάδας, είναι ήδη άκυρη. Καταλήγει ότι θα πρέπει να γίνει κι άλλο ξαλάφρωμα από το χρέος απ' όσο έχει προβλεφθεί -περίπου 7% του ΑΕΠ- για να γίνει εφικτός ο στόχος βιωσιμότητας του χρέους του 124% το 2020 και 110% το 2022. Στη συμφωνία του 2012 αναγνωρίζεται μια "τρύπα" 4% του ΑΕΠ που εξακολουθεί να πρέπει να καλυφθεί. Αυτή η εκτίμηση δεν ακούγεται πολύ μεγάλη, αλλά στηρίζεται κι αυτή σε θετικές προϋποθέσεις. Και είναι, όπως πάντα, ο ελάχιστος αριθμός.
Προσωπικώς πιστεύω ότι η Ελλάδα θα παραμείνει κολλημένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού χρέους, μέχρι είτε να φύγει από την ευρωζώνη και να κηρύξει στάση πληρωμών μονομερώς, είτε να γίνει θεμελιώδης αλλαγή στην στρατηγική. Για το δεύτερο απαιτούνται δύο προσαρμογές στο υπάρχον πρόγραμμα».
Οι προσαρμογές που πρέπει να γίνουν στο πρόγραμμα σύμφωνα με τους Financial Times είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους, οι επιφυλακτικές προβλέψεις για την μελλοντική ανάπτυξη, αλλά και η επίσπευση των μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα:
«Η πρώτη θα είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους. Ο στόχος του 124% του ΑΕΠ είναι αυθαίρετος και απατηλός. Είναι αυθαίρετος γιατί δεν υπάρχει οικονομική δικαιολογία για αυτά το νούμερα. Και είναι απατηλός γιατί οι επενδυτές δεν θεωρούν πλέον το ελληνικό χρέος ως εθνικό χρέος (sovereign), αλλά "υπό του εθνικού χρέους" (sub-sovereign). Τα ενεργητικά "υπό του εθνικού χρέους", όπως των πολιτειών των ΗΠΑ ή των κρατιδίων της Γερμανίας, δεν μπορούν να έχουν τους ίδιους συντελεστές χρέους προς το ΑΕΠ με τα εθνικά, γιατί δεν έχουν την δυνατότητα να τυπώσουν δικό τους χρήμα. Ένα μέγεθος στην κλίμακα του 60-80% θα ήταν πιο ρεαλιστικό.
Δεύτερον, τυχόν νέα ανάλυση για την βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να επαφίεται σε πιο επιφυλακτικές προβλέψεις για την μελλοντική ανάπτυξη και την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων. Ο συνδυασμός του πιο ρεαλιστικού στόχου για το χρέος και για την προσαρμογή, λογικά δεν συνάδει με το αξιόχρεο. Αφού δεν απομένουν αρκετοί ακόμη επενδυτές για να συμμετέχουν σε διάσωση, μόνο ο επίσημος κλάδος μένει να εμπλακεί. Αυτό όμως ήταν πάντα και παραμένει ένα θέμα ταμπού, γιατί θα ήταν μια παραδοχή ότι η κρίση θα κοστίσει στους βορειοευρωπαίους πολλά χρήματα.
Κι αυτό δεν είναι ένα μήνυμα που θέλει η γερμανική κυβέρνηση να πουλήσει, τρεις μήνες πριν τις εκλογές. Υποπτεύομαι ότι ούτε μετά τις εκλογές θα υπάρχει κάποιο μήνυμα που θα μπορεί να πουλήσει. Η μόνη, περιορισμένη, μορφή συμμετοχής του επίσημου τομέα που θα μπορούσα να δω είναι μέσω «ανοχής» στο χρέος, όπου οι πιστωτές και οι χρεωμένοι θα συμφωνήσουν να αυξηθεί η διάρκεια της πίστωσης και να μειωθούν τα επιτόκια.
Είναι μια μορφή καλυμμένης ανακούφισης από το χρέος, αλλά δεν μου φαίνεται εύκολο να εφαρμοστεί σε μεγάλη κλίμακα. Χωρίς μια ρεαλιστική προοπτική ανακούφισης από το χρέος, όμως, η Ελλάδα θα έχει ένα λογικό οικονομικό κίνητρο να φύγει από την Ευρωζώνη, όταν πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα και εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που θα της δώσουν την δυνατότητα να ευνοηθεί από μια υποτίμηση και στάση πληρωμών. Αυτή η ώρα δεν έχει έρθει, αλλά πλησιάζει.
Η επικριτική ανάλυση του ΔΝΤ είναι επίσης διαυγής όσον αφορά την περιγραφή των πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπισε ως μέλος της τρόικα. Το ΔΝΤ είναι σαφέστατο ότι δεν νιώθει καθόλου καλά με την υποβάθμισή του στην θέση του ελάσσονος εταίρου, δεδομένα ότι είναι ο μόνος θεσμός στην τρόικα που έχει κάποια τεχνογνωσία στην επίλυση κρίσεων.
Ποια επίδραση στη στρατηγική θα έχει η ανάλυση του ΔΝΤ; Το ταμείο σίγουρα δεν εφήρμοσε το νέο σκεπτικό του, όταν διαπραγματευόταν τη διάσωση της Κύπρου. Η πρόβλεψή του τον περασμένο μήνα ότι η χώρα θα επιστρέψει σε ανάκαμψη το 2015 ήταν γελοία, ειδικά αν σκεφτούμε το τι συνέβη στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να μη σκεφτούμε ότι το ΔΝΤ ίσως δεν μιλάει με μια φωνή σε αυτή την περίπτωση. Οταν ο Πολ Τόμσεν, επικεφαλής της αντιπροσωπείας στην Ελλάδα, είπε ότι το ΔΝΤ θα το ξαναέκανε, αν είχε τις ίδιες πληροφορίες, δεν δημιούργησε την εντύπωση ότι υιοθετεί το μήνυμα αυτής της ανάλυσης. Ενώ η Ουάσιγκτον έστελνε το mea culpa της, ο κ. Τόμσεν τραγουδούσε ... je ne regrette rien.
Αν κρίνουμε από την έντονη αντίδραση του Ευρωπαίου οικονομικού επιτρόπου Ολι Ρεν, πιστεύω ότι οι ρυθμιστές της Ευρωζώνης θα αγνοήσουν τις συστάσεις. Η γερμανική κυβέρνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδεχτεί τέτοια συμπεράσματα. Αν το ΔΝΤ σοβαρολογεί με την ανάλυσή του -όπως θα έπρεπε- θα πρέπει είτε να επιβάλλει αλλαγή πολιτικής, είτε να είναι έτοιμο να εγκαταλείψει την Τρόικα».