19 Ιουλ 2013

Μίκης Θεοδωράκης: «Τρομοκρατώ τους πραγματικούς τρομοκράτες»

«Είμαι εδώ. Ακέραιη. Νικήτρια του χρόνου. Είμαι η Ελλάδα!» Μιλά η Μήδεια, η παιδοκτόνος. Όπως και η Ελλάδα, η τραγική ηρωίδα σκοτώνει τα παιδιά της. Η ταινία του Αστέρη Κούτουλα «Recycling Medea» («Ανακυκλώνοντας τη Μήδεια»), θα προ­βληθεί αυτό το ασφυκτικό καλοκαίρι, σε παγκόσμια πρώτη, στην ....
Αθήνα από σήμερα Πέμπτη 18 Ιουλίου (κινηματογράφοι «Τριανόν» και «Λαΐς»).
Μια συγκλονιστική, επίκαιρη ταινία, με την υποβλητική μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και την επιβλη­τική χορογραφία του Ρενάτο Τζανέλα. Μια ταινία για τα μνη­μόνια και την κρίση, αφιερωμένη σε αμήχανους γονείς και σε νέους που προσπαθούν να κατανοήσουν τη σκληρή πραγματι­κότητα που τους επιφυλάσσει το μέλλον. Ο Μίκης Θεοδωράκης μάς μιλά γι’ αυτήν τη συγκλονιστική στιγμή της χώρας μας που δένεται με την τραγωδία της Μήδειας
 
Πώς νομίζετε ότι η ταινία, εμπνευσμένη από τη δική σας μουσική για μπαλέτο, θα «μιλήσει» σ το κοινό στην παρούσα συγκυρία, από την οποία εμπνεύστηκε ο Αστέρης Κούτουλας;

Κάθε δημιουργός είναι φυσικό να αισθάνεται καλά όταν διαπιστώνει ότι το έργο του μπορεί να εμπνεύσει ικανούς καλλιτέχνες, όπως συνέβη στην περίπτωση της «Μήδειας» με τον Ρενάτο Τζανέλα και τον Αστέρη Κούτουλα. Η πρώτη προσέγγιση έγινε από τον χορογράφο Τζανέλα και με ικανοποίησε απόλυτα. Στη συνέχεια βρήκα καταπληκτική την ιδέα του Κούτουλα να συνενώσει σε ένα πρόσωπο τη Μήδεια και την Ελλάδα. Η άποψη ότι και οι δύο σκοτώνουν τα παιδιά τους και ότι δεν υπάρχει μέλλον τόσο για τη Μήδεια όσο και για τον ελληνικό λαό, φωτίζει την τραγωδία που βιώνουμε με εκτυφλωτικό φως, που διαπερνά το νέφος της προπαγάνδας των ξένων θυτών και των Ελλήνων συνενόχων τους, που τυφλώνει σήμερα τους περισσότερους Έλληνες. Όμως εκτός από την πολιτική διάσταση με ενδιαφέρει επίσης η εντύπωση που θα προκαλέσει αυτή η ταινία στο διε­θνές και ιδιαίτερα στο ευρωπαϊκό κοινό. Γιατί η ελληνική απάντηση στις συκοφαντικές διαστρεβλώσεις των ΜΜΕ, που βρίσκονται στην υπηρεσία των ευρωπαϊκών κυβερνήσε­ων και τραπεζών, γίνεται με έναν τρόπο υψηλής αισθητικής στάθμης, που δεν προδίδει – πιστεύω – το ανάστημα ενός Ευριπίδη, του οποίου η «παρουσία» προσδίδει στο έργο μας διαχρονική αξία και εγκυρότητα.


 
«Αν ήμουν νέος σήμερα, θα με έλεγαν τρομοκράτη» λέτε σ το διαφημιστικό τρέιλερ της ταινίας. Γιατί; Τόσο απελπισμένος είναι πλέον ο αγώνας; Και τι είναι αυτό που σας κρα­τά σ τις επάλξεις τόσες δεκαετίες, να πολεμάτε την εξουσία;

Το «υπήρξα στη ζωή μου τρεις φορές “τρομοκράτης”» (ξένη κατοχή, Εμφύλιος, χούντα) συνοδεύεται από τη φράση «οι δολοφόνοι με αποκαλούν τρομοκράτη και είμαι περήφα­νος γι’ αυτό».

Το σωστό λοιπόν είναι ότι διαχρονικά προσπαθώ να «τρομοκρατώ» τους πραγματικούς τρομοκράτες που απειλούν τον λαό μας. Πόσο θα κρατήσει ο αγώνας; Τουλάχιστον ο δικός μου, έως την κατάκτηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Αγώνας ενάντια στις ξένες εξαρτήσεις παντός τύπου, που ξεκίνησαν μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, για να μας επιβληθούν οι κάθε είδους Βαυαροί, έως σήμερα που κατά σύμπτωση μας κυβερ­νούν και πάλι Βαυαρογερμανοί. Γνωρίζω ότι δεν πρόκειται να δω αυτή την ευλογημένη μέρα, γι’ αυτό σας αφήνω «ευχή και κατάρα» να συνεχίσετε να παλεύετε έως ότου η Ελλά­δα γίνει απόλυτα ανεξάρτητη.
 
«Αν είχαμε αντισταθεί ως λαός το ’60, κατά τη χούντα, και το ’80, δεν θα σκότωνε σή­μερα η Ελλάδα τα παιδιά της», λέτε με αφορμή την ταινία. Θα θέλατε να το αναλύσετε αυτό;

Οι περίοδοι που ανέφερα, η δεκαετία του ’60 με τη χούντα και η δεκαετία του ’80, είχαν μέσα τους στοιχεία που προκαλούσαν τον λαό, τον έβγαζαν από τη νάρκη του και που, με την κατάλληλη πολιτική, ήταν πιθανό να τον οδηγήσουν μπροστά, ακόμα και σε ριζικές αλλαγές. Και στις δύο περιπτώσεις που ανέφερα, ο ρόλος μου (όπως αποδεικνύεται και εκ των υστέ­ρων) υπήρξε, πιστεύω, θετικός, αλλά με έφερε σε μετωπική σύγκρουση στο εσωτερικό της χώρας με τα κομματικά κατεστημένα και στο εξωτερικό τόσο με την πολιτική των ΗΠΑ όσο και των Σοβιετικών, που στην περίπτωση της Ελλάδας συμφωνούσαν στο να μην υπάρξουν ριζικές αλλαγές που να θίγουν τα στρατηγικά τους συμφέροντα και που συνέτειναν κυρίως στο να αποκλεισθεί κάθε περίπτωση ανόδου της Αριστεράς στην εξουσία.

 Να λοιπόν γιατί το Κίνημα των Λαμπράκηδων, του οποίου ήμουν πρόεδρος και το οποίο αποσκοπούσε σε ριζικές αλλαγές, χτυπήθηκε τόσο από την τότε εξουσία όσο και από το ΚΚΕ, που έφτασε στα 1966 στο σημείο να με καθαιρέσει δικτατορικά από τη θέση του αρ­χηγού των Λαμπράκηδων.

Όλα αυτά στη δεκαετία του ’60, όταν η δύναμη της νεολαίας της Αριστεράς ξεπερνούσε τα 200.000 μέλη και οπαδούς και τα αντεξουσιαστικά μας συνθήματα τα ακολουθούσαν με φανατισμό εκατομμύρια λαού συνενωμένα με οπαδούς του Κέντρου. Τότε ο Γεώργιος Παπανδρέου, σύμβολο του δημοκρατικού κόσμου μετά την εκπαραθύρωσή του από τον Κωνσταντίνο, οδήγησε με την απόφασή του να παραιτηθεί στη διάσπαση της Ενώσεως Κέντρου, αρνούμενος παράλληλα κάθε συνεργασία με την Αριστερά, διασπώντας έτσι και το έως τότε ενωμένο μέτωπο του δημοκρατικού λαού. Αποτέλεσμα, η χούντα!


 
Τι ριζικές αλλαγές θέλατε τότε;

Βασικά την κατάκτηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας, όπως το εννοώ και τώρα ύστερα από μισό αιώνα! Όταν έγινε η χούντα, ήμουν μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΔΑ, βουλευτής και τυπικά πρόεδρος των Λαμπράκηδων. Κατάφερα να μη συλληφθώ και αμέσως, στις 23 Απριλίου, εντελώς μόνος, πήρα την πρωτοβουλία να καλέσω τον λαό σε αντίσταση. Ύστερα από δέκα μέρες συγκέντρωσα πέντε στελέχη και πρότεινα την ίδρυση του Πατριωτικού Μετώπου. Δούλεψα στην παρανομία περίπου πέντε μήνες καθοδηγώντας την ανάπτυξη και τη δράση της αντίστασης. Τότε ήρθε απ’ έξω, από το Βουκουρέστι, όπου βρισκόταν το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ, εντολή να καθαιρεθώ από αρχηγός του Μετώπου και να παραδώσω την οργάνωση. Απομονώθηκα και σε λίγο, απροστάτευτος, έγινα εύκολη λεία των διωκτών μου, της Γενικής Ασφάλειας και της Στρατιωτικής Αστυνομίας, που έκαναν αγώνα δρόμου στον λόφο του Προφήτη Ηλία στο Χαϊδάρι ποιος θα με πιάσει πρώτος. Ο Στρατός είχε αποφασίσει να με σκοτώσουν επιτό­που. Η Ασφάλεια, περισσότερο έμπειρη, ήθελε να με σκοτώσει ηθικά… Και έτσι βρέθηκα στην Μπουμπουλίνας… Σταματώ εδώ δηλώνοντας ότι η εποχή της χούντας αποτελούσε ιστορική ευκαιρία για ριζικότατες αλλαγές, φτάνει να υπήρχε μια ενιαία αντιστασιακή ηγεσία, όπως στην εποχή του ΕΑΜ.

Δεκαετία του ’80. Στα 1978 ήμουν υποψήφιος δήμαρχος Αθηνών του ΚΚΕ. Στις εκλογές του 1 981 έγινα βουλευτής του. Στα 1977 είχα προτείνει τη δημιουργία της Κίνησης για την Ενότητα της Αριστεράς (ΚΕΑ). Γιατί; Γιατί είχα διαπιστώσει την άνοδο της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς γύρω στο 70%, γεγονός που άνοιγε την προοπτική για ριζικές αλλαγές. Όμως έθετα έναν όρο: Επειδή γνώριζα πολύ καλά ποιος είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου, πίστευα ότι, χωρίς να έχει δίπλα του και απέναντί του μια ισχυρή ενωμένη Αριστερά, θα μας πήγαινε όλο και πιο δεξιά, όπως δυστυχώς έγινε, με τις τραγικές συνέπειες που πληρώνου­με σήμερα. Και πάλι οι σύντροφοί μου δεν με άκουσαν. Και έτσι, αντί να επωφεληθούμε από αυτή τη νέα ιστορική ευκαιρία, τη μεταβάλαμε με τη στάση μας σε κόλαση. Θα σας φανεί περίεργο αλλά και σήμερα πιστεύω ότι υπάρχει μια τέταρτη ιστορική ευ­καιρία. Και γι’ αυτήν αγωνίζομαι και πάλι μέσα από τις γραμμές της Σπίθας.
 
Η Μήδεια διαπράττει την παιδοκτονία για να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Η Ελλάδα ποιον εκδι­κείται; Μήπως τον κακό εαυτό της; Μήπως αυτόν θα έπρεπε να έχει σκοτώσει; Μπορεί να βρει λύτρωση ύστερα από τόσα λάθη, παραλείψεις, ολιγωρίες, αβελτηρίες; Και πώς θα ζήσει χωρίς τα παιδιά; Χωρίς (το) μέλλον;

Στην τραγωδία του Ευριπίδη ξετυλίγεται με λεπτομέρειες το εσωτερικό δράμα της Μήδειας ύστερα από την προδοσία του Ιάσονα που την οδηγεί τελικά στην αποτρόπαιη πράξη της. Ο Αστέρης Κούτουλας στηρίζεται στην ομοιομορφία των εξωτερικών σκηνών, γεγονός που του επιτρέπει στο τέλος του έργου να ταυτίσει τη Μήδεια ως θύμα του πάθους της με την Ελ­λάδα ως θύμα των εχθρών της, που χρησιμοποιούν την αστυνομική βία ενάντια στα παιδιά της, μικρά και «μεγάλα», όπως ο Γλέζος κι εγώ, εκπρόσωποι των αντιστασιακών αγώνων κα­τά των ξένων. Έτσι η ταύτιση Μήδειας-Ελλάδαςπεριορίζεται στο γεγονός ότι και οι δυο είναι θύματα. Και ενώ η Μήδεια είναι θύμα και θύτης, η Ελλάδα είναι μόνο θύμα, με θύτες αυτούς που κρύβονται πίσω από την αστυνομική βία. Ο νεαρός διαδηλωτής, που δακρύζει καθώς γύρω του οργιάζει η βία της εξουσίας, ταυτίζεται με την Ελλάδα, που κι αυτή σπαράζει μαζί του. Από κει και πέρα, στα τελευταία λεπτά του έργου, η Μήδεια-Ελλάδα μετά τον σπαραγμό και τη μεγάλη κραυγή σταυρώνεται και αμέσως μετά πέφτει και σηκώνεται τρεις φορές, για να καθίσει τελικά επάνω στο σκάφος, την «Αργώ», να υψώσει περήφανα το κορμί της και να στρέψει το κεφάλι με αξιοπρέπεια κοιτάζοντας με δύναμη στα μάτια εχθρούς και φίλους.


 
Ο Ευριπίδης πολλές φορές με το έργο του έσωσε την Αθήνα (όπως στο τέλος του Πελο­ποννησιακού πολέμου, όταν οι Σπαρτιάτες ήθελαν να την ξεθεμελιώσουν) ή παρηγόρησε τους Αθηναίους (όταν αιχμάλωτοι τραγουδούσαν τα χορικά του δουλεύοντας στα λατομεία της Σικελίας). Η τέχνη παρηγορεί σήμερα; Εσάς σας παρηγορεί;

Μόνο με την Τέχνη ανασαίνω.
 
Η μουσική σας για το μπαλέτο είναι μια άλλη μορφή τραγωδίας - με τη δική της κάθαρση. Ωστόσο, σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς η καθαρτήρια τέχνη, που είναι υψηλή, έχει ελπίδα; Η ομορφιά, γενικά, έχει ελπίδα; Ή μήπως έχουν όλα χαθεί, «έχουν διαλυθεί σ’ όλους τους ποταμούς του κόσμου»;
Το σύμπαν, το ηλιακό σύστημα, οι πλανήτες, η Γη και η ζωή είναι πεδία ενός συνεχούς και ασταμάτητου αγώνα ανάμεσα στην αρμονία και το χάος. Εφόσον οι γαλαξίες υπάρχουν, η κίνηση, το φως, η ζωή συνεχίζουν να υπάρχουν - αυτό σημαίνει ότι ο τελικός νικητής είναι πάντοτε η αρμονία.

Πηγή: topontiki.gr 
Από τη Μαρίζα