ΑΠΟ ΤΟ 2007 ΕΩΣ ΤΟ 2013 Η ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕΙΩΘΗΚΕ 4,6%, ΕΝΩ ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ 20,3%
Το πραγματικό ακαθάριστο διαθέσιμο
εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωθεί 35,4% * Η κάθετη πτώση του
μεριδίου εργασίας ακυρώνει και την οικονομική ανάπτυξη
ΠΡΙΝ από 5 μήνες, στην έκθεση της
δεύτερης αναθεώρησης του β' Μνημονίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,
τονιζόταν μεταξύ άλλων πως «η ιδιωτική κατανάλωση σαν ποσοστό στο ΑΕΠ
προβλέπεται να μειωθεί από 73,4% το 2010 σε 68% το 2016».
Με την ανακοίνωση, όμως, των αποτελεσμάτων ....του β' τριμήνου 2013 από την ΕΛΣΤΑΤ, πληροφορούμαστε πως το ποσοστό ιδιωτικής κατανάλωσης έχει ήδη υποχωρήσει στο 68,5% του ΑΕΠ και συνεπώς μέχρι το τέλος του έτους θα έχει πέσει αρκετά πιο κάτω από το στόχο αυτό τρία χρόνια νωρίτερα!
Αυτό το γεγονός από μόνο του εξηγεί το τεράστιο πλήγμα που έχει δεχθεί το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων εργαζομένων μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, εντελώς άδικα και αναποτελεσματικά. Αδικα, γιατί σχεδόν όλο το κόστος της δημοσιονομικής και οικονομικής προσαρμογής το έχει υποστεί μονομερώς η μισθωτή εργασία. Αναποτελεσματικά, γιατί η πολιτική της εντατικής κι επεκτατικής λιτότητας έχει βυθίσει την οικονομία σε μία δίχως τελειωμό ύφεση (ακόμη και το ΚΕΠΕ δεν προβλέπει ανάκαμψη το 2014, ενώ η τρόικα ζητά νέα μέτρα, γιατί αμφισβητεί τις αισιόδοξες εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών για πρωτογενές πλεόνασμα και ανάπτυξη το 2014), χωρίς να μειώνει ούτε καν σε απόλυτα νούμερα το βάρος του δημόσιου χρέους.
Αναλυτικότερα, μέσα στην εξαετία 2007-2013 το πραγματικό ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωθεί 35,4%, διογκώνοντας δραματικά την ανισοκατανομή εισοδημάτων και πλούτου! Κανονικά, όπως σε μακροχρόνιες περιόδους ανάπτυξης οι πραγματικοί μισθοί ακολουθούν σε αύξηση την παραγωγικότητα κι αν υπάρχει κάποια μικρή διαφορά αυτή την προσπορίζονται τα επιχειρηματικά κέρδη, αυξάνοντας το μερίδιό τους στον παραγόμενο πλούτο, έτσι και την περίοδο της ύφεσης θα έπρεπε η μείωση των μισθών να βαίνει σχεδόν παράλληλα με την ενδεχόμενη κάμψη της παραγωγικότητας και των κερδών.
Ανισοκατανομή βαρών
Ομως, την τελευταία εξαετία η παραγωγικότητα μειώθηκε 4,6%, ενώ οι πραγματικές αμοιβές των απασχολουμένων μειώθηκαν 20,3%! Σαν να λέμε, δηλαδή, πως στην Ελλάδα η μισθωτή εργασία σήκωσε στις πλάτες της 4,4 φορές περισσότερα βάρη από το κεφάλαιο με τίμημα τη μείωση του μεριδίου της στη συνολικά παραγόμενη πίτα (ΑΕΠ).
Την ανισοκατανομή των βαρών προσαρμογής της οικονομίας εις βάρος των μισθωτών διαπιστώνουμε πολύ απλά εξετάζοντας την πορεία του μεριδίου της εργασίας στο συνολικό ΑΕΠ και μάλιστα συγκριτικά με την αντίστοιχη εξέλιξη στην Ευρωζώνη. Συγκεκριμένα, μεταξύ 1990 και 2009 το μερίδιο της εργασίας στην Ελλάδα μειώθηκε από 62,4% του ΑΕΠ σε 55,7%, δηλαδή μειώθηκε κατά 6,7 ποσοστιαίες μονάδες ή 0,35 μονάδα ετησίως, όταν η αντίστοιχη μείωση στην Ε.Ε.17 ήταν 4,3 ποσοστιαίες μονάδες ή 0,23 μονάδα ετησίως. Ομως, στην περίοδο της κρίσης 2009-2013 το μερίδιο της εργασίας έπεσε πολύ ταχύτερα, από 55,7% σε 47,9%, δηλαδή έπεσε κατά 7,8 ποσοστιαίες μονάδες ή περίπου 2 μονάδες ετησίως, όταν στην Ε.Ε.17 η αντίστοιχη μείωσή του ήταν μόλις 0,7 ποσοστιαία μονάδα συνολικά, ή 0,2 μονάδα ετησίως.
Με άλλα λόγια, (α) η συμπίεση της μισθωτής εργασίας υπέρ των κερδών στην Ελλάδα και στην Ε.Ε.17 ασκείται καθ' όλη τη διάρκεια των τελευταίων 23 ετών, (β) η συμπίεση αυτή είναι 5,7 φορές ισχυρότερη την περίοδο της κρίσης στην Ελλάδα, αντίθετα με την Ευρώπη όπου παραμένει περίπου ίδια στις δύο υποπεριόδους και (γ) την τελευταία τετραετία της δημοσιονομικής προσαρμογής σε Ελλάδα και Ευρωζώνη, το μερίδιο της εργασίας στην Ελλάδα κυριολεκτικά συνθλίβεται καθώς μειώνεται 10 φορές περισσότερο απ' ό,τι στην Ευρωζώνη!
Μελέτη ΔΟΕ
Το πόσο καταστροφική είναι η πολιτική αυτή για την ανάπτυξη της οικονομίας αποδεικνύει περσινή μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ΔΟΕ) με τίτλο «Is aggregate demand wage-led or profit-led?», η οποία παρατηρώντας την εξέλιξη του μεριδίου εργασίας από το 1960 ώς σήμερα σε 16 αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες διαπιστώνει τη σημαντική μείωσή του υπέρ του μεριδίου των κερδών, αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν από τη δεκαετία του 1980 κι ύστερα, με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης μέσω επενδύσεων κι εξαγωγών.
Σχεδόν παντού η ανισοκατανομή εισοδήματος διευρύνθηκε, αντίθετα με τη μεταπολεμική περίοδο όπου οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν το ίδιο με την παραγωγικότητα, βελτιώνοντας έτσι και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων.
Με τη νεοφιλελεύθερη επίθεση κατά των δικαιωμάτων της εργασίας (βλ. απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, αύξηση ανεργίας, περιορισμός συνδικάτων κ.λπ.) η σύνδεση πραγματικών μισθών και παραγωγικότητας διακόπηκε, με τους μισθούς να αυξάνουν ελάχιστα ή να μένουν στάσιμοι και όλη την αύξηση της παραγωγικότητας να καρπούνται τα επιχειρηματικά κέρδη, αυξάνοντας έτσι και το μερίδιό τους στο εθνικό εισόδημα.
Αυτό που βασικά στοιχειοθετεί στη μελέτη ο ΔΟΕ είναι πως η αύξηση του μεριδίου των κερδών στο εθνικό εισόδημα οδηγεί σε μία μείωση της κατανάλωσης -επειδή η ροπή για κατανάλωση των εισοδημάτων από μισθούς είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτή των εισοδημάτων από κεφάλαιο- μεγαλύτερη από την όποια αύξηση της ζήτησης για επενδύσεις κι εξαγωγές προκαλεί η αύξηση της κερδοφορίας.
Αυτό το καθεστώς, όπου τη ζήτηση καθορίζουν οι μισθοί, αποδείχθηκε πως ισχύει για όλες τις χώρες (ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Κίνα συμπεριλαμβανομένων) εκτός από την Αυστραλία και τον Καναδά, όπου η ζήτηση φάνηκε να οδηγείται από τα κέρδη και είναι χώρες που παράγουν για εξαγωγή αγροτικές και ορυκτές πρώτες ύλες.
Η Ελλάδα, σαν μικρή ανοιχτή οικονομία με δυνητική παραγωγή υδρογονανθράκων, θα μπορούσε να αναπτυχθεί εξωστρεφώς μελλοντικά με βάση τα κέρδη. Αλλά αυτό προϋποθέτει αρκετά χρόνια καταστροφής των υπαρχουσών δομών (κι απόλυτης ενσωμάτωσης στην Ε.Ε.), διάστημα στο οποίο η ανάπτυξη θα απουσιάζει και το χρέος θα πνίγει την οικονομία.
Πηγή: enet.gr