Τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης για επιστροφή στην ανάπτυξη το
2014, έξοδο στις αγορές και κατηγορηματικό «όχι» σε νέο Μνημόνιο
αμφισβητούν τέσσερις κορυφαίοι ξένοι οικονομολόγοι,
οι οποίοι τονίζουν πως ....
το 2014 θα είναι χρονιά σταθεροποίησης, αλλά όχι σημαντικής ανάκαμψης για την χώρα, ενώ επισημαίνουν πως το ελληνικό χρέος εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμο.
Ο επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών της Τουλούζης και πρώην σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης Ζακ Ντελπλά, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Nomura για την Ευρώπη και σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης Ζακ Καϊγιού, ο οικονομολόγος και σύμβουλος της Deutsche Bank Τόμας Μάγερ και ο επικεφαλής αναλυτής του οίκου Fitch για την Ελλάδα Πολ Ρόουκινς, μιλούν στην εφημερίδα Real News και απαντούν σε τρία βασικά ερωτήματα, με διαφορετικές εκτιμήσεις από αυτές του Μεγάρου Μαξίμου.
Ζακ Καϊγιού: «Δυστυχώς όχι. Η οικονομία είναι πιθανό να συνεχίσει να συρρικνώνεται, παρότι ο ρυθμός θα πρέπει να είναι ο μικρότερος από τότε που έχει αρχίσει η κρίση. Αρα θα υπάρξει περισσότερο σταθεροποίηση και όχι συρρίκνωση. Περαιτέρω βελτίωση θα υπάρξει πιθανόν το 2015, όταν η Ελλάδα θα μπορούσε επιτέλους να αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι με ρυθμό περίπου 1,5%. Η όποια βελτίωση στην οικονομία παραμένει επισκιασμένη από την τεράστια συρρίκνωση που η Ελλάδα έχει βιώσει τα τελευταία χρόνια και έτσι είναι απίθανο να γίνει αισθητή από το σύνολο του πληθυσμού».
Τόμας Μάγερ: «Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία τρίμηνα. Αυτό μαζί με την πρόοδο στην υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων δείχνουν ότι είναι πιθανή μια μέτρια ανάπτυξη στα επίπεδα του 0,5% το επόμενο έτος. Την ίδια στιγμή όμως, ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ πέφτει σημαντικά. Ηταν κάτω από το 3% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2013. Ως εκ τούτου, το ονομαστικό ΑΕΠ μπορεί κάλλιστα να συνεχίσει να μειώνεται το επόμενο έτος, παρά την ύπαρξη μια μέτριας αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ. Ως εκ τούτου ακόμη και εάν η ύφεση τελειώσει είναι απίθανο η ανάκαμψη να είναι αρκετά ισχυρή ώστε να χαλαρώσει τις πολιτικές εντάσεις λόγω της υψηλής ανεργίας και τις ανησυχίες για την βιωσιμότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους».
Πολ Ρόουκινς: «Υπάρχουν σημάδια ότι η οικονομία μπορεί να είναι κοντά στο να σταθεροποιηθεί. Ο ρυθμός συρρίκνωσης έχει επιβραδυνθεί: Τα στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο του 2013 δείχνουν ότι η οικονομία συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό 3% σε σύγκριση με την μείωση ύψους 3,8% το β' τρίμηνο του 2013 και 5,6% το Α' τρίμηνο του ίδιους έτους (...) Ο Fitch προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα κλείσει στο -4% για το 2013 και θα είναι θετικό (0,5%) το 2014».
Καϊγιού: Περιμένω ότι το 2014 θα ληφθούν αποφάσεις για την καλύτερη διαχείριση των υποχρεώσεων της Ελλάδας», αναφέρει ο Καίγιού ο οποίος προτείνει την μετατροπή των υφιστάμενων κρατικών ομολόγων σε έναν μικρότερο αριθμό, αλλά και την μετακύλιση των ομολόγων που λήγουν τον Μάιο προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό για το έτος, επισημαίνοντας ωστόσο πως κάτι τέτοιο δεν σημαίνει επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, απλώς ένα πρώτο βήμα γι' αυτόν τον σκοπό.
Μάγερ: «Οι αγορές είναι πιθανό να παραμείνουν διστακτικές να δανείσουν σε μια χώρα με τόσο υψηλό δείκτη χρέους. Αλλά αυτό μπορεί να μην έχει τόση σημασία για την χώρα σας, καθώς δεδομένου ότι ο Προϋπολογισμός είναι πιθανό να είναι ισοσκελισμένος ή πλεονασματικός, ένας νέος δανεισμός απαιτείται μόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους».
Ρόουκινς: Η επιτυχία του προγράμματος, θα μετρηθεί από την ικανότητα της Ελλάδας να βγει στις αγορές. Ομως η Ελλάδα είναι πιθανό να μην επιστρέψει στις αγορές στο άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο υπογραφής και νέου Μνημονίου».
Καϊγιού: Ο Καϊγιού από την πλευρά του, θεωρεί ορόσημο για την Ελλάδα τον Απρίλιο και την επικύρωση από την Eurostat των δημοσιονομικών στοιχείων που επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έχει πρωτογενές πλεόνασμα και επισημαίνει πως δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια πραγματική ελάφρυνση του χρέους. Πιθανότερο, για τον οικονομολόγο της Nomura, είναι να υπάρξει μια περαιτέρω μείωση της καθαρής παρούσας αξίας του χρέους και όχι «κούρεμα». Οπως καταλήγει, το 2014 θα είναι δύσκολο για την χώρα από πλευράς διαπραγματεύσεων.
Μάγερ: «Το ελληνικό χρέος βρίσκεται στο 177% του ΑΕΠ και είναι δύσκολο να εξοφληθεί στο ακέραιο. Μετά το PSI, η κυβέρνηση ελπίζει για αναδιάρθρωση του χρέους του επίσημου τομέα το 2014», επισημαίνει ο Μάγερ και τονίζει πως μια οριστική διαγραφή του χρέους είναι απίθανη. Το πιθανότερο σενάριο σύμφωνα με τον σύμβουλο της Deutsche Bank, είναι μια περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και παράταση των προθεσμιών εξόφλησης από τους πιστωτές.
Ρόουκινς: Από την πλευρά του, ο αναλυτής του οίκου Fitch επισημαίνει πως «η βιωσιμότητα του χρέους παραμένει μακριά από το να είναι ασφαλής» και τονίζει πως το χρέος είναι απίθανο να πέσει κάτω από το 130% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Ως «κλειδί», ο Ρόουκινς βλέπει τα διαρκή πρωτογενή πλεονάσματα και την οικονομική ανάκαμψη, ενώ τονίζει πως ο Fitch περιμένει από τους επίσημους πιστωτές να φέρουν το βάρος τυχόν μελλοντικών μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
το 2014 θα είναι χρονιά σταθεροποίησης, αλλά όχι σημαντικής ανάκαμψης για την χώρα, ενώ επισημαίνουν πως το ελληνικό χρέος εξακολουθεί να μην είναι βιώσιμο.
Ο επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών της Τουλούζης και πρώην σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης Ζακ Ντελπλά, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Nomura για την Ευρώπη και σύμβουλος της γαλλικής κυβέρνησης Ζακ Καϊγιού, ο οικονομολόγος και σύμβουλος της Deutsche Bank Τόμας Μάγερ και ο επικεφαλής αναλυτής του οίκου Fitch για την Ελλάδα Πολ Ρόουκινς, μιλούν στην εφημερίδα Real News και απαντούν σε τρία βασικά ερωτήματα, με διαφορετικές εκτιμήσεις από αυτές του Μεγάρου Μαξίμου.
- Στην ερώτηση εάν το 2013 θα είναι η χρονιά επιστροφής στην ανάπτυξη για την Ελλάδα, οι οικονομολόγοι απαντούν:
Ζακ Καϊγιού: «Δυστυχώς όχι. Η οικονομία είναι πιθανό να συνεχίσει να συρρικνώνεται, παρότι ο ρυθμός θα πρέπει να είναι ο μικρότερος από τότε που έχει αρχίσει η κρίση. Αρα θα υπάρξει περισσότερο σταθεροποίηση και όχι συρρίκνωση. Περαιτέρω βελτίωση θα υπάρξει πιθανόν το 2015, όταν η Ελλάδα θα μπορούσε επιτέλους να αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι με ρυθμό περίπου 1,5%. Η όποια βελτίωση στην οικονομία παραμένει επισκιασμένη από την τεράστια συρρίκνωση που η Ελλάδα έχει βιώσει τα τελευταία χρόνια και έτσι είναι απίθανο να γίνει αισθητή από το σύνολο του πληθυσμού».
Τόμας Μάγερ: «Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία τρίμηνα. Αυτό μαζί με την πρόοδο στην υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων δείχνουν ότι είναι πιθανή μια μέτρια ανάπτυξη στα επίπεδα του 0,5% το επόμενο έτος. Την ίδια στιγμή όμως, ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ πέφτει σημαντικά. Ηταν κάτω από το 3% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2013. Ως εκ τούτου, το ονομαστικό ΑΕΠ μπορεί κάλλιστα να συνεχίσει να μειώνεται το επόμενο έτος, παρά την ύπαρξη μια μέτριας αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ. Ως εκ τούτου ακόμη και εάν η ύφεση τελειώσει είναι απίθανο η ανάκαμψη να είναι αρκετά ισχυρή ώστε να χαλαρώσει τις πολιτικές εντάσεις λόγω της υψηλής ανεργίας και τις ανησυχίες για την βιωσιμότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους».
Πολ Ρόουκινς: «Υπάρχουν σημάδια ότι η οικονομία μπορεί να είναι κοντά στο να σταθεροποιηθεί. Ο ρυθμός συρρίκνωσης έχει επιβραδυνθεί: Τα στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο του 2013 δείχνουν ότι η οικονομία συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό 3% σε σύγκριση με την μείωση ύψους 3,8% το β' τρίμηνο του 2013 και 5,6% το Α' τρίμηνο του ίδιους έτους (...) Ο Fitch προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα κλείσει στο -4% για το 2013 και θα είναι θετικό (0,5%) το 2014».
- Στην ερώτηση για το εάν η χώρα θα βγει στις αγορές ή εάν θα χρειαστεί και νέο Μνημόνιο οι τέσσερις οικονομολόγοι απαντούν:
Καϊγιού: Περιμένω ότι το 2014 θα ληφθούν αποφάσεις για την καλύτερη διαχείριση των υποχρεώσεων της Ελλάδας», αναφέρει ο Καίγιού ο οποίος προτείνει την μετατροπή των υφιστάμενων κρατικών ομολόγων σε έναν μικρότερο αριθμό, αλλά και την μετακύλιση των ομολόγων που λήγουν τον Μάιο προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό για το έτος, επισημαίνοντας ωστόσο πως κάτι τέτοιο δεν σημαίνει επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, απλώς ένα πρώτο βήμα γι' αυτόν τον σκοπό.
Μάγερ: «Οι αγορές είναι πιθανό να παραμείνουν διστακτικές να δανείσουν σε μια χώρα με τόσο υψηλό δείκτη χρέους. Αλλά αυτό μπορεί να μην έχει τόση σημασία για την χώρα σας, καθώς δεδομένου ότι ο Προϋπολογισμός είναι πιθανό να είναι ισοσκελισμένος ή πλεονασματικός, ένας νέος δανεισμός απαιτείται μόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους».
Ρόουκινς: Η επιτυχία του προγράμματος, θα μετρηθεί από την ικανότητα της Ελλάδας να βγει στις αγορές. Ομως η Ελλάδα είναι πιθανό να μην επιστρέψει στις αγορές στο άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο υπογραφής και νέου Μνημονίου».
- Τέλος, στην ερώτηση για το πως μπορεί να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, οι οικονομολόγοι απαντούν:
Καϊγιού: Ο Καϊγιού από την πλευρά του, θεωρεί ορόσημο για την Ελλάδα τον Απρίλιο και την επικύρωση από την Eurostat των δημοσιονομικών στοιχείων που επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έχει πρωτογενές πλεόνασμα και επισημαίνει πως δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια πραγματική ελάφρυνση του χρέους. Πιθανότερο, για τον οικονομολόγο της Nomura, είναι να υπάρξει μια περαιτέρω μείωση της καθαρής παρούσας αξίας του χρέους και όχι «κούρεμα». Οπως καταλήγει, το 2014 θα είναι δύσκολο για την χώρα από πλευράς διαπραγματεύσεων.
Μάγερ: «Το ελληνικό χρέος βρίσκεται στο 177% του ΑΕΠ και είναι δύσκολο να εξοφληθεί στο ακέραιο. Μετά το PSI, η κυβέρνηση ελπίζει για αναδιάρθρωση του χρέους του επίσημου τομέα το 2014», επισημαίνει ο Μάγερ και τονίζει πως μια οριστική διαγραφή του χρέους είναι απίθανη. Το πιθανότερο σενάριο σύμφωνα με τον σύμβουλο της Deutsche Bank, είναι μια περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και παράταση των προθεσμιών εξόφλησης από τους πιστωτές.
Ρόουκινς: Από την πλευρά του, ο αναλυτής του οίκου Fitch επισημαίνει πως «η βιωσιμότητα του χρέους παραμένει μακριά από το να είναι ασφαλής» και τονίζει πως το χρέος είναι απίθανο να πέσει κάτω από το 130% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Ως «κλειδί», ο Ρόουκινς βλέπει τα διαρκή πρωτογενή πλεονάσματα και την οικονομική ανάκαμψη, ενώ τονίζει πως ο Fitch περιμένει από τους επίσημους πιστωτές να φέρουν το βάρος τυχόν μελλοντικών μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.