16 Ιουν 2014

Ελλείψεις ανταλλακτικών εκτροχιάζουν το σιδηρόδρομο. Αποκαλυπτικό έγγραφο

Ώρα μηδέν για τον σιδηρόδρομο. Όχι, δεν το υποστηρίζουν (μόνο) αγανακτισμένοι επιβάτες, το λένε πλέον δημοσίως και ανώτερα υπηρεσιακά στελέχη του ομίλου ΟΣΕ.
Του Φώτη Φωτεινού, αναδημοσίευση από την «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»
Η «Κ.Ε.» εξασφάλισε και δημοσιεύει επιστολή των διευθυντών και ....
προϊσταμένων εργοστασίων και μηχανοστασίων της Ελληνικής Εταιρείας Συντήρησης Σιδηροδρομικού Τροχαίου Υλικού (ΕΕΣΣΤΥ), η οποία αποτυπώνει, με τα πλέον μελανά χρώματα, την κατάσταση του τροχαίου υλικού και συνεπακόλουθα, του σιδηροδρομικού δικτύου.
Είχε προηγηθεί επιστολή του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών του ΟΣΕ, η οποία περιέγραφε την ακινητοποίηση και απαξίωση μεγάλου αριθμού κινητήριων και ελκόμενων οχημάτων, λόγω βλαβών ή ζημιών και τη συσσώρευση σημαντικού αριθμού μη συντηρημένου τροχαίου υλικού, κάτι που οδηγεί το σύστημα σε… οριακή λειτουργία.

Τα συμβάντα είναι αρκετά και ουσιαστικά ο σιδηρόδρομος λειτουργεί στα όρια του. Από την άλλη πλευρά, το σιδηροδρομικό δίκτυο θυμίζει ένα απέραντο εργοτάξιο, το οποίο (στην καλύτερη των περιπτώσεων) θα ολοκληρωθεί το 2017 (άξονας Πάτρα – Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Ειδομένη/Προμαχώνας).
Στην καθημερινότητα, τι γίνεται; Δυστυχώς, επαναλαμβάνονται συνεχώς περιστατικά απόσυρσης συρμών και συσσώρευσης ανεκτέλεστου έργου, με τις καθυστερήσεις, κατά την εκτέλεση των δρομολογίων, να παραμένουν υπαρκτό φαινόμενο, μειώνοντας την αξιοπιστία του σιδηροδρόμου και προκαλώντας, τη δυσφορία του επιβατικού κοινού.    
Η επιστολή των διευθυντών εργοστασίων
Η επιστολή, την οποία υπογράφουν διευθυντές και προϊστάμενοι τεχνικών και διοικητικών υπηρεσιών εργοστασίων και μηχανοστασίων της ΕΕΣΣΤΥ, έχει ως θέμα «Αδυναμία στην εκτέλεση του έργου της ΕΕΣΣΤΥ».
Η επιστολή κοινοποιήθηκε, τόσο στις διοικήσεις ΟΣΕ (Π. Θεοφανόπουλος), ΕΕΣΣΤΥ (Σ. Αγιάσογλου) και ΤΡΑΙΝΟΣΕ (Θ. Ζηλιασκόπουλος), όσο και στο υπουργείο Μεταφορών (υπουργός Μ. Χρυσοχοΐδης), το οποίο φαίνεται ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για την επιτυχή ιδιωτικοποίηση των ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ΕΕΣΣΤΥ, παρά για τη βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης.
Τα κύρια σημεία της επιστολής, που δημοσιεύει η «Κ.Ε.», έχουν ως εξής:
-Το προσωπικό της ΕΕΣΣΤΥ αρχικά προβλεπόταν να είναι 920 εργαζόμενοι, με την ίδρυση όμως της εταιρείας έπεσε στους 610, ενώ σήμερα απασχολούνται περί τα 510, αριθμός που καθημερινά απομειώνεται, λόγω συνταξιοδοτήσεων, χωρίς παράλληλα να έχει τεθεί ένα ελάχιστο όριο, αφού δεν υπάρχει σχέδιο λειτουργίας της εταιρείας.
-Η διαρκής απομείωση του προσωπικού, χωρίς διάδοχη κατάσταση, έχει καταστήσει αδύνατη την εκτέλεση μιας σειράς εργασιών, αποτελώντας βασική αιτία για τη συσσώρευση ανεκτέλεστου έργου. Ο σιδηρόδρομος, εν τω μεταξύ, έχει καθημερινές ανάγκες, τις οποίες δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε, παρέχοντας όλο το απαιτούμενο συντηρημένο τροχαίο υλικό.
-Το πλέον δυσάρεστο γεγονός, το οποίο αποτελεί παράλληλα και επιχειρησιακό κίνδυνο, λόγω του ότι έχει οδηγήσει, κατά την άποψή μας, σε μη αναστρέψιμη κατάσταση, για το άμεσο μέλλον τουλάχιστον, είναι η ήδη απολεσθείσα σημαντική τεχνογνωσία, λόγω απομάκρυνσης του εξειδικευμένου προσωπικού.         
 -Ακόμα δεν έχει υλοποιηθεί απόφαση του δ.σ. για την επισκευή 20 Δ/Κ mtu, γεγονός που οδηγεί σε καθυστερήσεις του συνόλου των αμαξοστοιχιών στο δηζελοκίνητο τμήμα τους.    
Σοβαρά προβλήματα καταγγέλλουν και οι μηχανικοί
Σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία της ΕΕΣΣΤΥ καταγγέλλει και ο Σύλλογος Διπλωματούχων Μηχανικών του ΟΣΕ . Πέρα από τη ραγδαία μείωση του τεχνικού κι επιστημονικού προσωπικού, μέσω μετατάξεων και συνταξιοδοτήσεων, ο Σύλλογος αναφέρεται σε έλλειψη βασικών ανταλλακτικών, αφού διαγωνισμοί για την προμήθεια αυτών, είτε δεν υπάρχουν, είτε καθυστερούν υπερβολικά.
Μάλιστα, ο Σύλλογος Μηχανικών, αφού υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα διαθεσιμότητας συντηρημένου τροχαίου υλικού είναι γενικότερο και γίνεται μεγαλύτερο, διερωτάται «πως θα αντεπεξέλθει η ΕΕΣΣΤΥ στην επικείμενη αύξηση του μεταφορικού έργου ή και σε τυχόν επαναλειτουργία καταργημένων επιβατικών δρομολογίων;».
Ειδικότερα, τα κύρια τεχνικά και διοικητικά προβλήματα, στον κλάδο της συντήρησης του τροχαίου υλικού, σύμφωνα με το Σύλλογο Διπλωματούχων Μηχανικών, εντοπίζονται:
-στη ραγδαία μείωση του τεχνικού κι επιστημονικού προσωπικού.
-στην έλλειψη βασικών ανταλλακτικών, αφού διαγωνισμοί για την προμήθεια αυτών είτε δεν υπάρχουν, είτε καθυστερούν υπερβολικά, είτε είναι ιδιαίτερα ελλιπείς, αφού δεν λαμβάνονται υπόψη στο βαθμό που πρέπει οι προτάσεις των υπηρεσιακών παραγόντων. 
-στις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην προμήθεια τροχών που έχουν οδηγήσει σε ακινησία μεγάλο μέρος σύγχρονου τροχαίου υλικού (Desiro, Railbus, ΜΑΝ 2000 κλπ).
-στην προμήθεια ορυκτελαίων, μέσω του τακτικού εφοδιασμού, κάτι το οποίο αντιμετωπίζεται αποσπασματικά, με μικρές παραγγελίες και μεταφορά μικρών ποσοτήτων, από συγκρότημα σε συγκρότημα.  
Μάλιστα, όπως καταγγέλλεται, η έλλειψη ανταλλακτικών έχει γίνει ο κανόνας και τις περισσότερες φορές το τεχνικό προσωπικό επιστρατεύει όλη τη δημιουργικότητα, τη φαντασία, τις γνώσεις και την επινοητικότητα για να «ξαναδώσει ζωή» στα εξαρτήματα που έχουν βλάβες, ώστε να συνεχίσουν να λειτουργούν, χωρίς προβλήματα, κρίσιμα υλικά.
Άλλες φορές πάλι, χρησιμοποιούνται ανταλλακτικά από τροχαίο υλικό που ακινητεί ή έχει συμπληρώσει το χρονικό όριο για Γενική Επιθεώρηση, με σκοπό να παραμείνει διαθέσιμο, για κυκλοφορία τροχαίο υλικό, που βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση.
Έτσι όμως διπλασιάζεται ο χρόνος αντιμετώπισης μιας βλάβης, ενώ συσσωρεύονται ελλείψεις στο τροχαίο υλικό που ακινητεί και αυξάνεται το κόστος συντήρησης. 
«Tην ώρα που αναμένεται σημαντική αύξηση του μεταφορικού έργου (συμφωνίες ΤΡΑΙΝΟΣΕ με Cosco, Procter & Gamble κλπ), από το λιμάνι του Πειραιά, αναρωτήθηκε κανείς τι θα γίνει στην περίπτωση, που όταν ξεκινήσει η συμφωνία, δεν μπορεί να τηρηθεί λόγω μη διαθεσιμότητας αμαξοστοιχιών;», διερωτάται ο Σύλλογος  Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών του ΟΣΕ, επισημαίνοντας ότι 5Δ/Η MLW ακινητούν στο Μηχανοστάσιο Θεσσαλονίκης, λόγω έλλειψης ορυκτελαίων λίπανσης Δ/Κ.
Γενικότερα, όπως επισημαίνουν έμπειροι σιδηροδρομικοί, «η κοινωνία διαπιστώνει ατυχείς πειραματισμούς στο εγχώριο σιδηροδρομικό σύστημα, οι οποίοι, δυστυχώς, δεν οδηγούν σε ένα σιδηρόδρομο που παρέχει ποιότητα και υπηρεσίες ευρωπαϊκών προτύπων».   
Όπως υπογραμμίζουν, «αντί να υιοθετούν μοντέλα σύγχρονων σιδηροδρόμων, η Ελλάδα υιοθετεί άκριτα το βρετανικό μοντέλο της πλήρους ιδιωτικοποίησης, το οποίο μόνο επιτυχή αποτελέσματα δεν είχε».  
Πηγή: metaforespress.gr