10 Οκτ 2014

Λιτότητα για άλλα πέντε χρόνια προβλέπει το ΔΝΤ

ΚΟΛΑΦΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ
Συνέχιση της λιτότητας στην Ελλάδα για τουλάχιστον ακόμη 5 χρόνια και χρηματοδοτικό κενό 25 δισ. ευρώ προβλέπει σε έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προσγειώνοντας απότομα τις κυβερνητικές προσδοκίες για το τέλος των δημοσιονομικών περιορισμών που θέτουν τα Μνημόνια, λίγες ....
ημέρες πριν ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης συναντήσει στην Ουάσιγκτον την επικεφαλής του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ.
  Στην έκθεση FISCAL MONITOR που δόθηκε στη δημοσιότητα, το Ταμείο εκτιμά ότι θα συνεχιστεί η μείωση δαπανών και αύξηση εσόδων έως και το 2019, καθώς προβλέπει για το 2015 μείωση των δαπανών στο 47,2% του ΑΕΠ, από 50,2% του ΑΕΠ που ήταν το 2014, για να καταλήξει η συρρίκνωση των δημόσιων δαπανών στο 42,8% του ΑΕΠ το 2019.
Αντίθετα στην έκθεσή του το ΔΝΤ βλέπει διαρκή αύξηση των εσόδων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών του Ταμείου, το 2015 τα έσοδα θα αυξηθούν στο 40,7% του ΑΕΠ, από 39,2% του ΑΕΠ που ήταν το 2014, για να καταλήξουν στο 42,2% του ΑΕΠ το 2019.
Νέο δάνειο
Ταυτόχρονα, το ΔΝΤ επιμένει ότι η χώρα θα χρειαστεί τη διετία 2015-2016 να εξασφαλίσει επιπλέον χρηματοδότηση περίπου 25 δισ. ευρώ, για να καλύψει τις ανάγκες της, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι χωρίς νέο δάνειο ο λογαριασμός δεν βγαίνει.
Παράλληλα, το Ταμείο δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία της ελληνικής κυβέρνησης ότι ο προϋπολογισμός του 2015 θα είναι ισοσκελισμένος, καθώς βλέπει ελλειμματικούς προϋπολογισμούς έως και το 2019. Αναλυτικά η έκθεση αναφέρει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα το υπολογίζει για φέτος στο -2,7% του ΑΕΠ και το 2015 στο -1,9%, όταν το προσχέδιο του προϋπολογισμού κάνει λόγο για -0,2% του ΑΕΠ, ενώ βλέπει οι ελλειμματικοί προϋπολογισμοί να συνεχίζονται έως και το 2019, όταν και θα καταγραφεί έλλειμμα -0,6% του ΑΕΠ.
Αντίθετα με τις εκτιμήσεις του Ταμείου για τα ελλείμματα, οι αναλυτές του ΔΝΤ εκτιμούν ότι μπορούν να επιτευχθούν οι μνημονικοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα. Ωστόσο και αυτές οι εκτιμήσεις δεν φαίνεται να συμπίπτουν απόλυτα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, καθώς το προσχέδιο εκτιμά πλεόνασμα 2% για το 2014, ενώ το Ταμείο το βλέπει στο 1,5%.
Το πλεόνασμα
Αντίστοιχα παραμένει πιστό στην πρόβλεψη του Μνημονίου για πρωτογενές πλεόνασμα στο 3% του ΑΕΠ το 2015 (σ.σ. 2,9% η ελληνική πρόβλεψη) και στο 4,5% του ΑΕΠ στη συνέχεια.
Το ΔΝΤ συμφωνεί και με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης περί επιστροφής στην ανάπτυξη από το 2014, με ρυθμό 0,6% φέτος και επιτάχυνση στο 2,9% το 2015, ενώ βλέπει αποπληθωρισμό 0,8% φέτος και αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή στο 0,3% το 2015.
Ωστόσο, το Ταμείο εμφανίζεται λιγότερο αισιόδοξο στο μέτωπο της ανεργίας, καθώς ναι μεν βλέπει σταδιακή υποχώρησή της από το 25,8% φέτος, αλλά στο 23,8% το 2015 και όχι στο 22,5%, όπως είναι η εκτίμηση της κυβέρνησης.
Οι αναλυτές του ΔΝΤ βλέπουν με μεγαλύτερη αισιοδοξία το κυκλικά προσαρμοσμένο πλεόνασμα, καθώς εκτιμούν ότι θα φτάσει στο 1,6% του ΑΕΠ φέτος και στο 1,2% του ΑΕΠ το 2015. Ωστόσο, βλέπουν επιστροφή σε έλλειμμα από το 2018, όταν καταγράφουν επίδοση -0,5% του ΑΕΠ.
Πολύ υψηλό καταγράφει το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα, ένα μέγεθος που θα κρίνει την πορεία της χώρας με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε.: το 2013 διαμορφώθηκε στο 5,1% του ΑΕΠ, φέτος το υπολογίζει στο 5,4% του ΑΕΠ και 5,7% το 2015. Καταλήγει στο 4,0% το 2019.
Αναφορικά με το χρέος, το ΔΝΤ προβλέπει να μειωθεί στο 135,3% του ΑΕΠ το 2019, ενώ καταγράφει και ταχύτερη μείωση του ακαθάριστου χρέους σε σχέση με τις εαρινές εκτιμήσεις, κατά 0,3%-0,4%. Στο 175,1% το 2013 και στο 174,2% το 2015 αλλά και στο 171,0% τον επόμενο χρόνο. Η εκτίμηση καταλήγει σε χρέος στο 135,3% το 2019, όταν στόχος είναι χρέος στο 120% του ΑΕΠ το 2022 βάσει της ανάλυσης βιωσιμότητας.

«Ρίζα του προβλήματος, οι κινήσεις των κεντρικών τραπεζών», υποστηρίζει το Ταμείο

Το ΔΝΤ συνεχίζει να πυροβολεί. Μετά την έκθεση για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, ήρθε χθες η εξαμηνιαία έκθεση του οργανισμού για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπου λίγο πολύ λέει πως η ρίζα του προβλήματος είναι οι κινήσεις των κεντρικών τραπεζών για την τόνωση της οικονομίας, ενώ το βασικό συμπέρασμα είναι πως οι τράπεζες και κυρίως αυτές της Ευρωζώνης πρέπει να προχωρήσουν σε αναδιοργάνωση του επιχειρηματικού τους μοντέλου ώστε να στηρίξουν την ανάπτυξη.
Η έκθεση ανέλυσε το μοντέλο 300 τραπεζών σε αναπτυγμένες οικονομίες και διαπίστωσε ότι το 40% των περιουσιακών τους στοιχείων δεν είναι αρκετά ισχυρό ώστε να παρέχει επαρκείς πιστώσεις σε καθεστώς ανάκαμψης. Στην Ευρωζώνη η αντίστοιχη αναλογία γίνεται 70%. Παρ' όλο που οι τράπεζες κρατούν περισσότερα κεφάλαια από ό,τι πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, πολλές εξ αυτών δεν είναι «σε φόρμα» και οι δυνατότητές τους περιορίζονται από τα ανεπαρκή κεφαλαιακά «μαξιλάρια» ή την κερδοφορία τους.
Ενδεικτικά, το 35% των τραπεζών στο δείγμα δεν μπορούν να στηρίξουν πιστωτική ανάπτυξη της τάξης του 5% ετησίως. Στην Ευρώπη, τα stress testς της ΕΚΤ είναι μια καλή ευκαιρία να αντιμετωπιστούν αυτές οι θεμελιώδεις αδυναμίες.
Παρ' όλο που το ΔΝΤ δεν αρνείται την αναγκαιότητα των χαμηλών επιτοκίων στην παρούσα συγκυρία, προειδοποιεί πως το φθηνό κόστος δανεισμού μπορεί να οδηγήσει σε νέες πιστωτικές ανισορροπίες, εκτροχιάζοντας την παγκόσμια ανάκαμψη. Εξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η ανάκαμψη στηρίζεται κυρίως στην επεκτατική νομισματική πολιτική των αναπτυγμένων οικονομιών που δημιουργούν μια ψευδαίσθηση ρευστότητας, που και αυτή δεν διοχετεύεται στην πραγματική οικονομία.
Αν, από τη μία πλευρά, τα χαμηλά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών αποθαρρύνουν την ανάληψη ρίσκου στην πραγματική οικονομία με μεγαλύτερες επενδύσεις και απασχόληση, από την άλλη δίνουν κίνητρα χρηματοπιστωτικής υπερβολής, καθώς παρατηρείται ταυτόχρονη αύξηση των τιμών σε μια πληθώρα επενδυτικών περιουσιακών στοιχείων, όπως μετοχές και ομόλογα υψηλού κινδύνου, λόγω της αναζήτησης υψηλότερων αποδόσεων από τους επενδυτές. Το Ταμείο συνιστά επαγρύπνηση, καθώς πέραν αυτών, οι κίνδυνοι αποσταθεροποίησης ενισχύονται στην πλευρά του λεγόμενου σκιώδους τραπεζικού συστήματος.
Μετά την κρίση, οι κεφαλαιαγορές έχουν αναλάβει μεγάλο μέρος στην παροχή πίστωσης, εξηγεί η έκθεση. Ενδεικτικά, οι δέκα μεγαλύτεροι διαχειριστές κεφαλαίων κρατούν περισσότερα από 19 τρισ. δολάρια περιουσιακών στοιχείων. Το ΔΝΤ συνιστά σε όσους χαράσσουν χρηματοοικονομική πολιτική να θωρακίσουν τα συστήματα εποπτείας και θεωρεί «εξίσου σημαντικό να έχουν το κουράγιο να δράσουν ακόμα και εάν τα μέτρα είναι ιδιαίτερα αντιδημοφιλή».
 
Πηγή: enet.gr