Σημαντικότατες αρχαιολογικές ανακαλύψεις γίνονται αρκετά συχνά,
αποκαλύπτοντας αρχαίους πολιτισμούς, σπουδαία τεχνουργήματα και ζωές
σημαντικών ανθρώπων του παρελθόντος.
Τις περισσότερες ωστόσο φορές αυτό που φέρνει στο φως η σκαπάνη δεν είναι ντοκουμέντα, αλλά διαπρεπή ...
μυστήρια που καλύπτονται από άγνωστους μανδύες.
Κι έτσι μέσα στην έλλειψη γραπτών πηγών ή πλαισίων αναφοράς, οι σπουδαίες νίκες της αρχαιολογίας μένουν ουσιαστικά χωρίς έπαθλο, όντας απλές καταγραφές του παρελθόντος της ανθρωπότητας χωρίς ζωή μέσα τους.
Επιστήμη και τεχνολογία έρχονται όμως να σώσουν συχνά την αρχαιολογική παρτίδα, παρέχοντας περισσότερο ή λιγότερο πειστικές απαντήσεις. Με τα δυο πανίσχυρα αυτά εργαλεία στα χέρια τους, οι αρχαιολόγοι μπορούν να διατυπώνουν πια υποθέσεις με ελέγξιμες συνέπειες, επιτρέποντάς τους να συνθέτουν σαφώς πιο ολοκληρωμένες εικόνες του παρελθόντος…
Μετά τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις που συγκλόνισαν τον κόσμο, ας δούμε λοιπόν τα μυστήρια της σκαπάνης που έχουν πια μια πειστικότερη ερμηνεία…
Ήταν το 1908 όταν ένας μυστηριώδης πήλινος δίσκος διαμέτρου 15 εκατοστών ανασύρθηκε από το μινωικό Ανάκτορο της Φαιστού. Η χρονολόγηση με άνθρακα τοποθέτησε τη δημιουργία του δίσκου με την ακατάληπτη ιερογλυφική γραφή γύρω στο 1700 π.Χ. (αρχές των νεοανακτορικών χρόνων), κι αυτό ήταν όλο!
Ο αινιγματικός δίσκος αρνιόταν σθεναρά κάθε προσπάθεια αποκρυπτογράφησής του όλα αυτά τα χρόνια, παραμένοντας ένα από τα διαπρεπέστερα μυστήρια της αρχαιολογίας στα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Η αρχική εξήγηση μιλούσε για μια πρώιμη γραφομηχανή, «μια παλιά απόπειρα τυπογραφίας με κινητά στοιχεία».
Αυτό πίστευαν οι ακαδημαϊκοί αρχαιολόγοι μέχρι το 2014 τουλάχιστον, όταν ο γλωσσολόγος-αρχαιολόγος Γκάρεθ Όουενς, σε συνεργασία με τον καθηγητή της Οξφόρδης, Τζον Κόλμαν, κατάφεραν να διαβάσουν τον Δίσκο σε ποσοστό 90%. Τι είναι τελικά ο Δίσκος της Φαιστού; Πιστεύεται ότι αποτελεί προσευχή σε μινωική θεότητα!
Ο Όουενς χρειάστηκε έξι χρόνια για να αποκαλύψει μια σειρά από σημαντικές λέξεις που επανέρχονται διαρκώς στην επιγραφή, δίνοντας έτσι το γενικό περίγραμμα του μηνύματος: είναι κάποιος ύμνος ή θρησκευτικό κείμενο. Ο καθηγητής βρήκε ότι η πιο σταθερή και σημαντική λέξη του δίσκου είναι «μητέρα», κι έτσι θεωρεί πως το μυστηριώδες αντικείμενο είναι αφιερωμένο στη μητέρα-θεά της γονιμότητας του μινωικού πολιτισμού.
Κατά την ομάδα, η μία πλευρά του δίσκου είναι αφιερωμένη σε μια γυναίκα που γέννησε μόλις, ενώ η άλλη σε μια γυναίκα που κυοφορεί. Ο Όουενς απέδωσε τα εύσημα στον Μάικλ Βέντρις, που αποκρυπτογράφησε τη Γραμμική Β και έδωσε έτσι αρκετά κλειδιά των ελληνικών της μυκηναϊκής εποχής, επιτρέποντας στον Όουενς να πάει ακόμα πιο πίσω. Ο γλωσσολόγος διευκρίνισε πάντως πως άλλο ανάγνωση άλλο κατανόηση. Το γεγονός δηλαδή ότι θα μπορούμε σε λίγο να εκφέρουμε φωνητικά την επιγραφή του Δίσκου της Φαιστού δεν σημαίνει απαραίτητα και πως θα καταλαβαίνουμε κιόλας τι ακριβώς λέει…
Οι σκελετοί 450 περίπου νεογνών, χρονολογουμένων στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα π.Χ., ανακαλύφθηκαν μέσα σε ένα πηγάδι στο κέντρο της αρχαίας πόλης των Αθηνών τη δεκαετία του 1930. Οι αποτροπιασμένοι αρχαιολόγοι ήρθαν αντιμέτωποι και με μια ακόμα, εξίσου σοκαριστική, ανακάλυψη: πλάι στα νεκρά μωρά κείτονταν περισσότεροι από 100 σκελετοί σκυλιών και κουταβιών!
Ο μοναδικός στα αρχαιολογικά χρονικά μαζικός τάφος της αθηναϊκής Αγοράς έφερε αναταραχές στην αρχαιολογική κοινότητα, καθώς οι ακαδημαϊκοί χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα: αυτούς που πίστευαν ότι επρόκειτο για τα θύματα κάποιου πολέμου ή λοιμού και όσους τα έβλεπαν ως απόδειξη μαζικής βρεφοκτονίας.
Νεότερη ωστόσο ανάλυση που έγινε από τη βιο-ανθρωπολόγο Μαρία Λίστον και την πανεπιστημιακή της ομάδα υπέδειξε ότι αμφότερες οι παραδοσιακές θεωρίες ενέχουν μπόλικες ανακρίβειες μέσα τους. Γιατί κάποια μωρά πέθαναν από φυσικά αίτια (όχι όμως επιδημία) και άλλα όχι, πάσχοντας από κοινές παθήσεις της εποχής, όπως η αφυδάτωση.
«Περίπου το ένα τρίτο των βρεφών ήταν πρόωρα, και δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν εκείνη την εποχή. Σε άλλο ένα τρίτο βρήκαμε ενδείξεις παθολογίας, κυρίως βακτηριδιακής μηνιγγίτιδας, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί συνήθη αιτία θανάτου νεογνών στις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Τα υπόλοιπα πιθανότατα είχαν δολοφονηθεί ή αφεθεί να πεθάνουν, καθώς είχαν γεννηθεί με διάφορες δυσμορφίες -πολλά είχαν λαγωχειλία, ενώ ένα μωρό λίγων μηνών έπασχε από υδροκεφαλισμό».
Τα βρέφη φαίνεται ότι έπεσαν θύματα μιας παράξενης πρακτικής στην αρχαία Αθήνα και η μελέτη αποκάλυψε τους τρόπους με τους οποίος φέρονταν οι αρχαίοι Αθηναίοι στα μωρά τους. Τα σώματα των νηπίων πετάχτηκαν μέσα στο πηγάδι αντί να θαφτούν γιατί δεν ήταν «πολίτες με πλήρη δικαιώματα», μας λένε οι επιστήμονες διευκρινίζοντάς μας ότι η ταφή των νεκρών εντός των συνόρων της πόλης ήταν παράνομη στην ελληνιστική Αθήνα.
Γι’ αυτό τον λόγο η ύπαρξη του πηγαδιού θα πρέπει να ήταν μυστική και να το γνώριζαν ελάχιστοι άνθρωποι, οι μαίες ενδεχομένως που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στις εύπορες γυναίκες της εποχής. Τα βρέφη δεν θεωρούνταν εξάλλου πολίτες αμέσως μετά τη γέννησή τους: γινόταν μια ειδική τελετή ονοματοδοσίας και ο επικεφαλής του νοικοκυριού αποφάσιζε αν θα τα αναθρέψει ή όχι. Αν ο πατέρας δεν σήκωνε ψηλά το μωρό στην τελετή, αυτό σήμαινε το τέλος του. Οι λόγοι ποίκιλαν και είχαν να κάνουν από δυσμορφίες ή αναπηρίες των παιδιών μέχρι και οικονομική αδυναμία της οικογένειας να τα μεγαλώσει.
Στην Αθήνα λοιπόν αν πέθαιναν τα παιδιά πριν αποκτήσουν την ιδιότητα του πολίτη δεν τα έθαβαν, αλλά τα έριχναν μυστικά σε ένα πηγάδι. Όσο για τους σκελετούς των σκυλιών, πρέπει να τα θυσίαζαν για λόγους εξαγνισμού της αποτρόπαιης πράξης που θα ακολουθούσε, τη δολοφονία του μωρού, μιας και η θυσία των σκυλιών θεωρούνταν «καθαρτική» και θα μπορούσε να περιορίσει την ηθική ρύπανση που έφερνε ο φόνος ενός μωρού…
Για 500 σχεδόν χρόνια, η αυτοκρατορία των Χμερ βασίλευε στη μεγαλόπρεπη πόλη της Καμπότζης, μια τεράστια μητρόπολη που θεωρείται συχνά το μεγαλύτερο αστικό κέντρο του προβιομηχανικού κόσμου. Στην άφθονη έκτασή της (μεγαλύτερη από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα), η Άνγκορ στέγαζε εντυπωσιακά αρχιτεκτονήματα και τον θαυμάσιο ναό του Άνγκορ Βατ φυσικά, το τεράστιο θρησκευτικό συγκρότημα που έχτισε ο Σουριαβαρμάν Β’ κατά τον 12ο αιώνα.
Όπως ξέρουμε, το παντοδύναμο βασίλειο κατέρρευσε μυστηριωδώς μεταξύ 14ου-15ου αιώνα, αφήνοντας την πυκνή βλάστηση να καλύψει τα πάντα. Οι ειδικοί μελετητές απέδιδαν την τραγωδία στην υπερεκμετάλλευση της γης και τους πολέμους, αν και μια νέα έρευνα έχει βαλθεί να αποδείξει ότι για όλα φταίνε οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας.
Μελετώντας κορμούς δέντρων από το γειτονικό Βιετνάμ, που φανέρωσαν μεγάλες ιστορικές περιόδους ξηρασίας ακολουθούμενες από βαριές βροχοπτώσεις, οι αναλυτές κατέληξαν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα. Το οποίο επιβεβαιώνεται από το πολύπλοκο δίκτυο δεξαμενών και καναλιών που βρέθηκε στην Άνγκορ. Γιατί να μπουν σε τέτοιο κόπο οι κάτοικοι να συλλέγουν το βρόχινο νερό αν ήταν όλα μια χαρά;
Η ερευνήτρια Μέρι Μπεθ Ντέι του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ μελέτησε ιδιαιτέρως τη μεγαλύτερη δεξαμενή νερού της Άνγκορ, συλλέγοντας ταυτοχρόνως δείγματα από ταμιευτήρες και κανάλια. Η επιτόπια έρευνα επέτρεψε στην πανεπιστημιακή ομάδα να χαρτογραφήσει κάπου χίλια χρόνια κλιματικής ιστορίας της περιοχής, έχοντας πια στα χέρια της την εξήγηση στη μυστηριώδη εγκατάλειψη της πόλης.
Η Άνγκορ δεν έπεσε στις τόσες και τόσες επιδρομές των γειτονικών φυλών, αλλά στάθηκε θύμα της μεγάλης ξηρασίας. Παρά το εκτεταμένο και τεχνολογικά προωθημένο δίκτυο ύδρευσης και άρδευσης της πρωτεύουσας των Χμερ, «δεν ήταν αρκετό να αποτρέψει την κατάρρευσή της εξαιτίας ακραίων καιρικών συνθηκών».
Το φημισμένο προπύργιο της ερήμου του Ισραήλ είναι ένα αρχαίο οχυρωματικό έργο του Ηρώδη του Μέγα χτισμένο πάνω σε βραχώδες υψίπεδο που επιβλέπει τη Νεκρά Θάλασσα. Αρχιτεκτονικό θαύμα στον καιρό του, το κάστρο της Μασάντα πέρασε στην Ιστορία από τη μαζική αυτοκτονία των Ζηλωτών που έλαβε χώρα εντός των τειχών του πριν από 2.000 σχεδόν χρόνια.
Οι Ζηλωτές ήταν μια αντάρτικη ομάδα που έψαχνε να διώξει τους Ρωμαίους από τα εδάφη της Ιουδαίας. Κάποια στιγμή επαναστάτησαν, αν και το κίνημα πνίγηκε στο αίμα από τους Ρωμαίους σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια. Η μόνη που κρατούσε ακόμα ήταν η Μασάντα, όπου και θα γραφόταν ο τραγικός επίλογος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ζηλωτών: η πολιορκία της Μασάντα από τις ρωμαϊκές λεγεώνες κατά το τέλος του Α’ Ιουδαϊκού Πολέμου έληξε με τη μαζική αυτοκτονία των χιλίων περίπου Ζηλωτών και των οικογενειών τους.
Μερικές χιλιάδες χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του 1960 συγκεκριμένα, ομάδα αρχαιολόγων έκανε μια μεγάλη ανασκαφή στη Μασάντα, όπου ανακαλύφθηκαν δυο αντρικοί σκελετοί αλλά και γυναικεία μαλλιά. Οι αρχαιολόγοι υπέθεσαν φυσικότατα ότι τα απομεινάρια ανήκαν σε οικογένεια Ζηλωτών. Το Ισραήλ αναγνώρισε επισήμως το φρούριο το 1969 ως τόπο μαρτυρίου, δίνοντας στους σκελετούς καθεστώς ήρωα.
Πολύ αργότερα όμως, η εξέταση των ανθρώπινων απομειναριών από ομάδα ανθρωπολόγων υπέδειξε ότι οι σκελετοί δεν ανήκαν σε Ιουδαίους. Κι έτσι, χρησιμοποιώντας προωθημένες τεχνικές σήμανσης αλλά και ένα απόσπασμα από τη Βίβλο, η πανεπιστημιακή ομάδα έλυσε το μυστήριο των απομειναριών της Μασάντα. Σε εδάφιο του Δευτερονομίου (του πέμπτου βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης) αναφέρεται ότι οι μη εβραίες γυναίκες που πιάνονταν αιχμάλωτες στη μάχη έπρεπε να χάσουν τα μαλλιά τους ώστε να μην είναι ελκυστικές στους ιουδαίους πολέμαρχους.
Η ανάλυση στα μαλλιά υπέδειξε ότι είχαν πράγματι κοπεί με τη βοήθεια αιχμηρού αντικειμένου, κάτι που έκανε την κάτοχό τους μη εβραία αιχμάλωτη του φρουρίου της Μασάντα. Και βέβαια η παρουσία των γυναικείων μαλλιών πλάι σε δυο αντρικούς σκελετούς μέσα σε ένα λουτρό του φρουρίου άλλαξε εντελώς την εξήγηση: οι σκελετοί δεν ανήκαν σε εβραίους Ζηλωτές, αλλά σε ρωμαίους στρατιώτες!
Η κομητεία Νάσκα στα νότια του Περού φιλοξενεί μια σειρά από αλλόκοτες παραστάσεις και βραχώδεις τρύπες που έχουν πυροδοτήσει αναρίθμητους συνωμοσιολογικούς μύθους. Για δεκαετίες η επιστήμη έψαχνε καλύτερη γραμμή εξήγησης από τις ευφάνταστες απαντήσεις που έδιναν οι συνωμοσιολόγοι (από εξωγήινα μηνύματα μέχρι επικοινωνία με ουράνιες θεότητες) για τις γεωγλυφικές παραστάσεις της ερήμου.
Στο στόχαστρο έβαλαν τις σπειροειδείς τρύπες πάνω στους βράχους, αν και η χρονολόγηση με άνθρακα δεν έδειξε τίποτα το σημαντικό, μιας και οι τρύπες φτιάχτηκαν από το ίδιο υλικό με τον περιβάλλοντα χώρο. Επίσης, όπως πολλοί ακόμα λατινοαμερικάνικοι πολιτισμοί, οι Νάσκα δεν άφησαν γραπτά μνημεία, κι έτσι δεν έχουμε τις αυθεντικές ερμηνείες για τη λειτουργία των τρυπών.
Έτσι πορεύτηκε η επιστήμη μέχρι το 2016, όταν ομάδα ιταλών ακαδημαϊκών ισχυρίστηκε πως έλυσε το διαχρονικό μυστήριο του Περού. Αναλύοντας αναρίθμητες εικόνες από τον δορυφόρο, η ερευνήτρια Ρόζα Λασαπονάρα αποφάνθηκε πως οι σπειροειδείς γρανιτένιες κατασκευές ήταν «τμήμα ενός τεράστιου υδραυλικού συστήματος που μετέφερε το νερό από τα υπόγεια κανάλια όπου το χρειάζονταν, είτε για την άρδευση των καλλιεργειών είτε ως πόσιμο νερό για τον πληθυσμό».
Σύμφωνα με τη γραμμή εξήγησης που προτάθηκε, οι απόκοσμες τρύπες δεν είναι τίποτα άλλο από αρχαίες αντλίες που παρείχαν νερό στους Νάσκα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η φυλή ζούσε εξάλλου σε ένα από τα πλέον άνυδρα μέρη της υφηλίου, εκεί δηλαδή που η ξηρασία διαρκούσε ακόμα και χρόνια.
Η έρευνα της Λασαπονάρα υπέδειξε ότι ο πολιτισμός των Νάσκα ήταν «εξαιρετικά οργανωτικός» αλλά και «ιδιαίτερα προηγμένος τεχνολογικά». Είναι όμως και το άλλο: οι σπειροειδείς αντλίες της ερήμου Νάσκα ήταν τόσο προσεκτικά και λεπτομερώς σχεδιασμένες που κάποιες από αυτές μπορούν να δουλέψουν ακόμα και σήμερα!
Πηγή: http://www.newsbeast.gr
Τις περισσότερες ωστόσο φορές αυτό που φέρνει στο φως η σκαπάνη δεν είναι ντοκουμέντα, αλλά διαπρεπή ...
μυστήρια που καλύπτονται από άγνωστους μανδύες.
Κι έτσι μέσα στην έλλειψη γραπτών πηγών ή πλαισίων αναφοράς, οι σπουδαίες νίκες της αρχαιολογίας μένουν ουσιαστικά χωρίς έπαθλο, όντας απλές καταγραφές του παρελθόντος της ανθρωπότητας χωρίς ζωή μέσα τους.
Επιστήμη και τεχνολογία έρχονται όμως να σώσουν συχνά την αρχαιολογική παρτίδα, παρέχοντας περισσότερο ή λιγότερο πειστικές απαντήσεις. Με τα δυο πανίσχυρα αυτά εργαλεία στα χέρια τους, οι αρχαιολόγοι μπορούν να διατυπώνουν πια υποθέσεις με ελέγξιμες συνέπειες, επιτρέποντάς τους να συνθέτουν σαφώς πιο ολοκληρωμένες εικόνες του παρελθόντος…
Μετά τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις που συγκλόνισαν τον κόσμο, ας δούμε λοιπόν τα μυστήρια της σκαπάνης που έχουν πια μια πειστικότερη ερμηνεία…
Ο Δίσκος της Φαιστού
Ήταν το 1908 όταν ένας μυστηριώδης πήλινος δίσκος διαμέτρου 15 εκατοστών ανασύρθηκε από το μινωικό Ανάκτορο της Φαιστού. Η χρονολόγηση με άνθρακα τοποθέτησε τη δημιουργία του δίσκου με την ακατάληπτη ιερογλυφική γραφή γύρω στο 1700 π.Χ. (αρχές των νεοανακτορικών χρόνων), κι αυτό ήταν όλο!
Ο αινιγματικός δίσκος αρνιόταν σθεναρά κάθε προσπάθεια αποκρυπτογράφησής του όλα αυτά τα χρόνια, παραμένοντας ένα από τα διαπρεπέστερα μυστήρια της αρχαιολογίας στα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Η αρχική εξήγηση μιλούσε για μια πρώιμη γραφομηχανή, «μια παλιά απόπειρα τυπογραφίας με κινητά στοιχεία».
Αυτό πίστευαν οι ακαδημαϊκοί αρχαιολόγοι μέχρι το 2014 τουλάχιστον, όταν ο γλωσσολόγος-αρχαιολόγος Γκάρεθ Όουενς, σε συνεργασία με τον καθηγητή της Οξφόρδης, Τζον Κόλμαν, κατάφεραν να διαβάσουν τον Δίσκο σε ποσοστό 90%. Τι είναι τελικά ο Δίσκος της Φαιστού; Πιστεύεται ότι αποτελεί προσευχή σε μινωική θεότητα!
Ο Όουενς χρειάστηκε έξι χρόνια για να αποκαλύψει μια σειρά από σημαντικές λέξεις που επανέρχονται διαρκώς στην επιγραφή, δίνοντας έτσι το γενικό περίγραμμα του μηνύματος: είναι κάποιος ύμνος ή θρησκευτικό κείμενο. Ο καθηγητής βρήκε ότι η πιο σταθερή και σημαντική λέξη του δίσκου είναι «μητέρα», κι έτσι θεωρεί πως το μυστηριώδες αντικείμενο είναι αφιερωμένο στη μητέρα-θεά της γονιμότητας του μινωικού πολιτισμού.
Κατά την ομάδα, η μία πλευρά του δίσκου είναι αφιερωμένη σε μια γυναίκα που γέννησε μόλις, ενώ η άλλη σε μια γυναίκα που κυοφορεί. Ο Όουενς απέδωσε τα εύσημα στον Μάικλ Βέντρις, που αποκρυπτογράφησε τη Γραμμική Β και έδωσε έτσι αρκετά κλειδιά των ελληνικών της μυκηναϊκής εποχής, επιτρέποντας στον Όουενς να πάει ακόμα πιο πίσω. Ο γλωσσολόγος διευκρίνισε πάντως πως άλλο ανάγνωση άλλο κατανόηση. Το γεγονός δηλαδή ότι θα μπορούμε σε λίγο να εκφέρουμε φωνητικά την επιγραφή του Δίσκου της Φαιστού δεν σημαίνει απαραίτητα και πως θα καταλαβαίνουμε κιόλας τι ακριβώς λέει…
Οι παιδικοί σκελετοί στο αρχαίο πηγάδι της αθηναϊκής Αγοράς
Οι σκελετοί 450 περίπου νεογνών, χρονολογουμένων στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα π.Χ., ανακαλύφθηκαν μέσα σε ένα πηγάδι στο κέντρο της αρχαίας πόλης των Αθηνών τη δεκαετία του 1930. Οι αποτροπιασμένοι αρχαιολόγοι ήρθαν αντιμέτωποι και με μια ακόμα, εξίσου σοκαριστική, ανακάλυψη: πλάι στα νεκρά μωρά κείτονταν περισσότεροι από 100 σκελετοί σκυλιών και κουταβιών!
Ο μοναδικός στα αρχαιολογικά χρονικά μαζικός τάφος της αθηναϊκής Αγοράς έφερε αναταραχές στην αρχαιολογική κοινότητα, καθώς οι ακαδημαϊκοί χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα: αυτούς που πίστευαν ότι επρόκειτο για τα θύματα κάποιου πολέμου ή λοιμού και όσους τα έβλεπαν ως απόδειξη μαζικής βρεφοκτονίας.
Νεότερη ωστόσο ανάλυση που έγινε από τη βιο-ανθρωπολόγο Μαρία Λίστον και την πανεπιστημιακή της ομάδα υπέδειξε ότι αμφότερες οι παραδοσιακές θεωρίες ενέχουν μπόλικες ανακρίβειες μέσα τους. Γιατί κάποια μωρά πέθαναν από φυσικά αίτια (όχι όμως επιδημία) και άλλα όχι, πάσχοντας από κοινές παθήσεις της εποχής, όπως η αφυδάτωση.
«Περίπου το ένα τρίτο των βρεφών ήταν πρόωρα, και δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν εκείνη την εποχή. Σε άλλο ένα τρίτο βρήκαμε ενδείξεις παθολογίας, κυρίως βακτηριδιακής μηνιγγίτιδας, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί συνήθη αιτία θανάτου νεογνών στις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Τα υπόλοιπα πιθανότατα είχαν δολοφονηθεί ή αφεθεί να πεθάνουν, καθώς είχαν γεννηθεί με διάφορες δυσμορφίες -πολλά είχαν λαγωχειλία, ενώ ένα μωρό λίγων μηνών έπασχε από υδροκεφαλισμό».
Τα βρέφη φαίνεται ότι έπεσαν θύματα μιας παράξενης πρακτικής στην αρχαία Αθήνα και η μελέτη αποκάλυψε τους τρόπους με τους οποίος φέρονταν οι αρχαίοι Αθηναίοι στα μωρά τους. Τα σώματα των νηπίων πετάχτηκαν μέσα στο πηγάδι αντί να θαφτούν γιατί δεν ήταν «πολίτες με πλήρη δικαιώματα», μας λένε οι επιστήμονες διευκρινίζοντάς μας ότι η ταφή των νεκρών εντός των συνόρων της πόλης ήταν παράνομη στην ελληνιστική Αθήνα.
Γι’ αυτό τον λόγο η ύπαρξη του πηγαδιού θα πρέπει να ήταν μυστική και να το γνώριζαν ελάχιστοι άνθρωποι, οι μαίες ενδεχομένως που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στις εύπορες γυναίκες της εποχής. Τα βρέφη δεν θεωρούνταν εξάλλου πολίτες αμέσως μετά τη γέννησή τους: γινόταν μια ειδική τελετή ονοματοδοσίας και ο επικεφαλής του νοικοκυριού αποφάσιζε αν θα τα αναθρέψει ή όχι. Αν ο πατέρας δεν σήκωνε ψηλά το μωρό στην τελετή, αυτό σήμαινε το τέλος του. Οι λόγοι ποίκιλαν και είχαν να κάνουν από δυσμορφίες ή αναπηρίες των παιδιών μέχρι και οικονομική αδυναμία της οικογένειας να τα μεγαλώσει.
Στην Αθήνα λοιπόν αν πέθαιναν τα παιδιά πριν αποκτήσουν την ιδιότητα του πολίτη δεν τα έθαβαν, αλλά τα έριχναν μυστικά σε ένα πηγάδι. Όσο για τους σκελετούς των σκυλιών, πρέπει να τα θυσίαζαν για λόγους εξαγνισμού της αποτρόπαιης πράξης που θα ακολουθούσε, τη δολοφονία του μωρού, μιας και η θυσία των σκυλιών θεωρούνταν «καθαρτική» και θα μπορούσε να περιορίσει την ηθική ρύπανση που έφερνε ο φόνος ενός μωρού…
Το αιφνίδιο τέλος της Άνγκορ
Για 500 σχεδόν χρόνια, η αυτοκρατορία των Χμερ βασίλευε στη μεγαλόπρεπη πόλη της Καμπότζης, μια τεράστια μητρόπολη που θεωρείται συχνά το μεγαλύτερο αστικό κέντρο του προβιομηχανικού κόσμου. Στην άφθονη έκτασή της (μεγαλύτερη από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα), η Άνγκορ στέγαζε εντυπωσιακά αρχιτεκτονήματα και τον θαυμάσιο ναό του Άνγκορ Βατ φυσικά, το τεράστιο θρησκευτικό συγκρότημα που έχτισε ο Σουριαβαρμάν Β’ κατά τον 12ο αιώνα.
Όπως ξέρουμε, το παντοδύναμο βασίλειο κατέρρευσε μυστηριωδώς μεταξύ 14ου-15ου αιώνα, αφήνοντας την πυκνή βλάστηση να καλύψει τα πάντα. Οι ειδικοί μελετητές απέδιδαν την τραγωδία στην υπερεκμετάλλευση της γης και τους πολέμους, αν και μια νέα έρευνα έχει βαλθεί να αποδείξει ότι για όλα φταίνε οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας.
Μελετώντας κορμούς δέντρων από το γειτονικό Βιετνάμ, που φανέρωσαν μεγάλες ιστορικές περιόδους ξηρασίας ακολουθούμενες από βαριές βροχοπτώσεις, οι αναλυτές κατέληξαν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα. Το οποίο επιβεβαιώνεται από το πολύπλοκο δίκτυο δεξαμενών και καναλιών που βρέθηκε στην Άνγκορ. Γιατί να μπουν σε τέτοιο κόπο οι κάτοικοι να συλλέγουν το βρόχινο νερό αν ήταν όλα μια χαρά;
Η ερευνήτρια Μέρι Μπεθ Ντέι του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ μελέτησε ιδιαιτέρως τη μεγαλύτερη δεξαμενή νερού της Άνγκορ, συλλέγοντας ταυτοχρόνως δείγματα από ταμιευτήρες και κανάλια. Η επιτόπια έρευνα επέτρεψε στην πανεπιστημιακή ομάδα να χαρτογραφήσει κάπου χίλια χρόνια κλιματικής ιστορίας της περιοχής, έχοντας πια στα χέρια της την εξήγηση στη μυστηριώδη εγκατάλειψη της πόλης.
Η Άνγκορ δεν έπεσε στις τόσες και τόσες επιδρομές των γειτονικών φυλών, αλλά στάθηκε θύμα της μεγάλης ξηρασίας. Παρά το εκτεταμένο και τεχνολογικά προωθημένο δίκτυο ύδρευσης και άρδευσης της πρωτεύουσας των Χμερ, «δεν ήταν αρκετό να αποτρέψει την κατάρρευσή της εξαιτίας ακραίων καιρικών συνθηκών».
Τα ανθρώπινα απομεινάρια του φρουρίου Μασάντα
Το φημισμένο προπύργιο της ερήμου του Ισραήλ είναι ένα αρχαίο οχυρωματικό έργο του Ηρώδη του Μέγα χτισμένο πάνω σε βραχώδες υψίπεδο που επιβλέπει τη Νεκρά Θάλασσα. Αρχιτεκτονικό θαύμα στον καιρό του, το κάστρο της Μασάντα πέρασε στην Ιστορία από τη μαζική αυτοκτονία των Ζηλωτών που έλαβε χώρα εντός των τειχών του πριν από 2.000 σχεδόν χρόνια.
Οι Ζηλωτές ήταν μια αντάρτικη ομάδα που έψαχνε να διώξει τους Ρωμαίους από τα εδάφη της Ιουδαίας. Κάποια στιγμή επαναστάτησαν, αν και το κίνημα πνίγηκε στο αίμα από τους Ρωμαίους σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια. Η μόνη που κρατούσε ακόμα ήταν η Μασάντα, όπου και θα γραφόταν ο τραγικός επίλογος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ζηλωτών: η πολιορκία της Μασάντα από τις ρωμαϊκές λεγεώνες κατά το τέλος του Α’ Ιουδαϊκού Πολέμου έληξε με τη μαζική αυτοκτονία των χιλίων περίπου Ζηλωτών και των οικογενειών τους.
Μερικές χιλιάδες χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του 1960 συγκεκριμένα, ομάδα αρχαιολόγων έκανε μια μεγάλη ανασκαφή στη Μασάντα, όπου ανακαλύφθηκαν δυο αντρικοί σκελετοί αλλά και γυναικεία μαλλιά. Οι αρχαιολόγοι υπέθεσαν φυσικότατα ότι τα απομεινάρια ανήκαν σε οικογένεια Ζηλωτών. Το Ισραήλ αναγνώρισε επισήμως το φρούριο το 1969 ως τόπο μαρτυρίου, δίνοντας στους σκελετούς καθεστώς ήρωα.
Πολύ αργότερα όμως, η εξέταση των ανθρώπινων απομειναριών από ομάδα ανθρωπολόγων υπέδειξε ότι οι σκελετοί δεν ανήκαν σε Ιουδαίους. Κι έτσι, χρησιμοποιώντας προωθημένες τεχνικές σήμανσης αλλά και ένα απόσπασμα από τη Βίβλο, η πανεπιστημιακή ομάδα έλυσε το μυστήριο των απομειναριών της Μασάντα. Σε εδάφιο του Δευτερονομίου (του πέμπτου βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης) αναφέρεται ότι οι μη εβραίες γυναίκες που πιάνονταν αιχμάλωτες στη μάχη έπρεπε να χάσουν τα μαλλιά τους ώστε να μην είναι ελκυστικές στους ιουδαίους πολέμαρχους.
Η ανάλυση στα μαλλιά υπέδειξε ότι είχαν πράγματι κοπεί με τη βοήθεια αιχμηρού αντικειμένου, κάτι που έκανε την κάτοχό τους μη εβραία αιχμάλωτη του φρουρίου της Μασάντα. Και βέβαια η παρουσία των γυναικείων μαλλιών πλάι σε δυο αντρικούς σκελετούς μέσα σε ένα λουτρό του φρουρίου άλλαξε εντελώς την εξήγηση: οι σκελετοί δεν ανήκαν σε εβραίους Ζηλωτές, αλλά σε ρωμαίους στρατιώτες!
Οι Γραμμές της Νάσκα του Περού
Η κομητεία Νάσκα στα νότια του Περού φιλοξενεί μια σειρά από αλλόκοτες παραστάσεις και βραχώδεις τρύπες που έχουν πυροδοτήσει αναρίθμητους συνωμοσιολογικούς μύθους. Για δεκαετίες η επιστήμη έψαχνε καλύτερη γραμμή εξήγησης από τις ευφάνταστες απαντήσεις που έδιναν οι συνωμοσιολόγοι (από εξωγήινα μηνύματα μέχρι επικοινωνία με ουράνιες θεότητες) για τις γεωγλυφικές παραστάσεις της ερήμου.
Στο στόχαστρο έβαλαν τις σπειροειδείς τρύπες πάνω στους βράχους, αν και η χρονολόγηση με άνθρακα δεν έδειξε τίποτα το σημαντικό, μιας και οι τρύπες φτιάχτηκαν από το ίδιο υλικό με τον περιβάλλοντα χώρο. Επίσης, όπως πολλοί ακόμα λατινοαμερικάνικοι πολιτισμοί, οι Νάσκα δεν άφησαν γραπτά μνημεία, κι έτσι δεν έχουμε τις αυθεντικές ερμηνείες για τη λειτουργία των τρυπών.
Έτσι πορεύτηκε η επιστήμη μέχρι το 2016, όταν ομάδα ιταλών ακαδημαϊκών ισχυρίστηκε πως έλυσε το διαχρονικό μυστήριο του Περού. Αναλύοντας αναρίθμητες εικόνες από τον δορυφόρο, η ερευνήτρια Ρόζα Λασαπονάρα αποφάνθηκε πως οι σπειροειδείς γρανιτένιες κατασκευές ήταν «τμήμα ενός τεράστιου υδραυλικού συστήματος που μετέφερε το νερό από τα υπόγεια κανάλια όπου το χρειάζονταν, είτε για την άρδευση των καλλιεργειών είτε ως πόσιμο νερό για τον πληθυσμό».
Σύμφωνα με τη γραμμή εξήγησης που προτάθηκε, οι απόκοσμες τρύπες δεν είναι τίποτα άλλο από αρχαίες αντλίες που παρείχαν νερό στους Νάσκα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η φυλή ζούσε εξάλλου σε ένα από τα πλέον άνυδρα μέρη της υφηλίου, εκεί δηλαδή που η ξηρασία διαρκούσε ακόμα και χρόνια.
Η έρευνα της Λασαπονάρα υπέδειξε ότι ο πολιτισμός των Νάσκα ήταν «εξαιρετικά οργανωτικός» αλλά και «ιδιαίτερα προηγμένος τεχνολογικά». Είναι όμως και το άλλο: οι σπειροειδείς αντλίες της ερήμου Νάσκα ήταν τόσο προσεκτικά και λεπτομερώς σχεδιασμένες που κάποιες από αυτές μπορούν να δουλέψουν ακόμα και σήμερα!
Πηγή: http://www.newsbeast.gr