Τα διαζύγια κοστίζουν ακριβά. Ο κανόνας δεν θα άλλαζε για το διαζύγιο
της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. To ακριβές κόστος του...
διαζυγίου είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση αλλά σύμφωνα με τους αναλυτές
εκτιμάται ότι θα μπορούσε να φτάσει έως ...
και τα 100 δισεκατομμυρία ευρώ.
Μέχρι στιγμής πάντως οι δύο πλευρές βρίσκονται σε απόλυτο αδιέξοδο,
καθώς οι διαπραγματεύσεις, που ολοκληρώθηκαν την Πέμπτη δεν έχουν
οδηγήσει κάπου και όπως επισημαίνεται υπάρχουν «θεμελιώδεις διαφορές».
Το
τεράστιο εύρος του κόστους αυτου του διαζυγίου (σημ: υπάρχουν
εκτιμήσεις από 20 δισ. έως 100 δισ. ευρώ) αιτιολογεί το πόσο δύσκολο
είναι να προσδιοριστεί τι ακριβώς χρωστά η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση
μετά από την κοινή τους πορεία τα τελευταία 44 χρόνια. Για την
Ευρωπαϊκή Ένωση, που δηλώνει ότι πρόκειται για οικονομικές υποχρεώσεις
της Βρετανίας, που προέκυψαν πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος,
σχολιάζει ότι η διαδικασία είναι ένα "απλό κλείσιμο λογαριασμών".
Όμωςοι
διαπραγματεύσεις έκλεισαν αφήνοντας ένα τεράστιο χάσμα πίσω τους. Όχι
μόνο παρέμειναν οι αντιδικίες για το κατά πόσο η Βρετανία έχει
οικονομικές υποχρεώσεις προς την Ε.Ε., αλλά οι ομάδες δεν κατέληξαν σε
συμφωνία ούτε για το θέμα των Ευρωπαίων πολιτών που κατοικούν εκεί και
το αντίστροφο - ζήτημα που υπήρχαν βάσιμες ελπίδες ότι θα είχε κλείσει
εύκολα και γρήγορα και από τις δυο πλευρές. Αυτή η έκβαση έχει
προκαλέσει ανησυχία για το τι μπορεί (ακόμη και για το αν μπορεί να
υπάρξει) να γίνει στις συναντήσεις του Οκτωβρίου - όπου ήταν
προγραμματισμένο να έχει ολοκληρωθεί το πρώτο μέρος των
διαπραγματεύσεων.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής ομάδας
διαπραγμάτευσης, Μισέλ Μπαρνιέ, "δεν ζητάμε ούτε μια λίρα ή ευρώ
περισσότερο από όσα νόμιμα είχαν συμφωνήσει να δώσουν. Μπορούμε να
συζητήσουμε το όριο αυτό, όμως πρέπει να αναγνωρίσουν πως βρίσκονται σε
ένα κύκλο δεσμεύσεων". Παρόλο που οι Βρετανοί δεν έχουν απαντήσει
επισήμως στα οικονομικά αιτήματα των Βρυξελλών, όμως κάποιοι βουλευτές
χαρακτήρισαν τις απαιτήσεις ως "παράλογες". Από την πλευρά του, ο
Ντέιβιντ Ντέιβις, ο επικεφαλής της ομάδας διαπραγμάτευσης των Βρετανών,
σχολίασε ότι "είμαστε μια χώρα που σέβεται τις υποχρεώσεις και τις
δεσμεύσεις της", όμως απέρριψε τις απαιτήσεις.
Σε κάθε περίπτωση ο
τελικός λογαριασμός είναι ένα από τα τρέχοντα θέματα που πρέπει να
κλείσουν πριν η Βρετανία πορευτεί μόνη της. Οι ευρωπαίοι διαπραγματευτές
έχουν απειλήσει ότι δεν θα συνεχίσουν να συζητούν άλλα ζητήματα εάν δεν
κλείσει πρώτα το οικονομικό. Στα άλλα ζητήματα συγκαταλέγεται και μια
εμπορική συμφωνία μεταξύ της Βρετανίας και των υπόλοιπων 27 κρατών της
Ε.Ε.
Η Κομισιόν δήλωσε πως η οικονομική συμφωνία θα βασίζεται
"στις αρχές που η Βρετανία καλείται να τιμήσει καταβάλλοντας τις
υποχρεώσεις της ως μέλος της Ένωσης". Ως μέλος της ΕΕ, η Βρετανία είναι
υποχρεωμένη να καταβάλλει το 15% του συνολικού κοινού προϋπολογισμού.
Καθώς ο προϋπολογισμός της Ένωσης καθορίζεται κάθε επτά χρόνια (ο τρέχων
διαρκεί μέχρι το 2020), οι Ευρωπαίοι ζητούν από τους Βρετανούς να
πληρώσουν όσα τους αντιστοιχούν και σε όσα είχαν συμφωνήσει το 2013. Ο
προϋπολογισμός έχει να κάνει με επενδυτικά προγράμματα σε όλη την Ένωση,
συντάξεις και άλλα. Εάν κλείσει η συμφωνία η Βρετανία θα πληρώνει τα
όσα της αντιστοιχούν στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό έως και ένα χρόνο μετά
την έξοδό της, δηλαδή τον Μάρτιο το 2019.
Σύμφωνα με τον
καταξιωμένο Βρετανό καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης,
Μάρτιν Μπεκ, που μίλησε στο Atlantic, η Βρετανία είναι από τις λίγες
χώρες-μέλη, που πληρώνουν περισσότερα από όσα παίρνουν πίσω. Κατά τον
ίδιο, η Βρετανία από το 1973 έχει καταβάλλει σε σύγχρονες ισοτιμίες
περίπου 140 δισεκατομμύρια λίρες. Πάνω σε αυτό το επιχείρημα, ο υπουργός
Εξωτερικών της χώρας, Μπόρις Τζόνσον, δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα
ότι "εάν οι Ευρωπαίοι περιμένουν να πληρώσουμε περισσότερα από ότι
έχουμε ήδη, να κάνουν κωλοτούμπες".
Όμως το ίδιο θα μπορούσε να
πει και η Ε.Ε. Σύμφωνα με την Μαρία Δεμερτζή, αναπληρώτρια διευθύντρια
του ευρωπαϊκού think tank Bruegel, "μπορεί η Βρετανία να έχει το πάνω
χέρι στον λογαριασμό του διαζυγίου, όμως η Ευρώπη το έχει όσον αφορά το
εμπόριο". Υπολογίζεται ότι οι μισές εξαγωγές της Βρετανίας καταλήγουν
στην Ευρωπαϊκή αγορά - κάτι που πρόκειται να αλλάξει εάν δεν επιτευχθεί η
συμφωνία.
Τα προβλήματα, πάντως έχουν αρχίσει να φαίνονται στην
βρετανική οικονομία. Η ύφεση για την οποία μιλούσαν οι υπέρμαχοι της
παραμονής στην Ευρώπη δεν έχει έρθει ακόμη (τουλάχιστον με στενά
οικονομικούς όρους), όμως τα σημάδια της οικονομίας, τους δικαιώνουν. Η
"εκδίκηση των Remoaners", όπως ονομάστηκε, αποδείχθηκε μάλλον αληθινή
καθώς τον Μάϊο ο πληθωρισμός ήταν μεγαλύτερος του 2% που έχει θέσει ως
όριο η Τράπεζα της Αγγλίας. Αυτή η μέτρηση έρχεται αφότου η ισοτιμία της
στερλίνας με τα άλλα νομίσματα έπεσε ακολουθώντας το ασαφές αποτέλεσμα
των εκλογών. Παρά το ιστορικά χαμηλό ποσοστό ανεργίας, οι μισθοί έχουν
φτάσει στο χαμηλότερο σημείο από τον Απρίλιο του 2015, ενώ το ΑΕΠ
σημείωσε αύξηση 0,3% στο πρώτο τρίμηνο, σε αντίθεση με το 0,7% του
περσινού έτους. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κομισιόν, αναμένεται το
ΑΕΠ να σημειώσει ανάπτυξη 1,8% φέτος και να πέσει στο 1,3% το 2018.
Πίσω
στις διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες, το ζήτημα δεν έγκειται στο εάν
μπορεί ή όχι η Βρετανία να πληρώσει τα χρήματα που ζητά η Ένωση. Σύμφωνα
με τους υπολογισμούς της Δεμερτζή, ο λογαριασμός θα ανέρχεται στο 3%
του βρετανικού ΑΕΠ. Το πρόβλημα έγκειτα στο πως φαίνεται και ακούγεται η
απαίτηση. "Θα μπορούσαμε να συμβιβαστούμε με ένα ποσό, ή να ορίσουμε
τον τρόπο πληρωμής του σε δόσεις ή ακόμη και να το ονομάσουμε πληρωμές
για να έχει πρόσβαση η Βρετανία σε συνεχιζόμενα προγράμματα της Ε.Ε.
Σίγουρα θα μπορούσαμε να το στολίσουμε λίγο, αντί να το λέμε ξερά 'μας
χρωστάτε 60 δις ευρώ'", δήλωσε ο καθηγητής Άναντ Μένον, διευθυντής του
βρετανικού ερευνητικού ινστιτούτου, Changing Europe.
Σε κάθε
περίπτωση η Μαρία Δεμερτζή εκτιμά πως "ξοδεύουμε πολύ πολιτικό και
διαπραγματευτικό κεφάλαιο, όπως και πικρία, χωρίς να πετυχαίνουμε
τίποτα. Ο χρόνος όμως περνάει και οι εμπορικές συμφωνίες θέλουν χρόνο".
Πηγή: http://tvxs.gr